Οι γρανάτες (αγγλικά: garnet) είναι ομάδα πυριτικών ορυκτών με γενική χημική σύσταση
Κρύσταλλοι γρανατών. Προέλευση: Καναδάς | |
Γενικά | |
---|---|
Κατηγορία | Νησοπυριτικά |
Χημικός τύπος | βλ. κείμενο |
Ορυκτολογικά χαρακτηριστικά | |
Πυκνότητα | 3,5 - 4,3 gr/cm3 (αναλόγως σύστασης) |
Χρώμα | Όλα πλην μπλε. Συνηθέστερα κόκκινο. |
Σύστημα κρυστάλλωσης | Κυβικό |
Κρύσταλλοι | Συνηθέστερα ρομβικά δωδεκάεδρα, τραπεζοειδή εικοσιτετράεδρα |
Υφή | Κοκκώδης |
Διδυμία | Δεν αναφέρεται |
Σκληρότητα | 6,5 - 7,5 |
Σχισμός | Δεν παρατηρείται |
Θραύση | Κογχοειδής |
Λάμψη | Υαλώδης, ρητινώδης, λιπαρή |
Γραμμή κόνεως | Λευκή ή με ελαφρά απόχρωση του αντίστοιχου μέλους |
Πλεοχρωισμός | Όχι |
Διαφάνεια | Διαφανείς, ημιδιαφανείς |
ενώ σε περισσότερο σπάνιες παραλλαγές μπορεί να είναι τιτάνιο, βανάδιο, ζιρκόνιο και πυρίτιο.
Το όνομα γρανάτης προέρχεται από τη λατινική λέξη "grantum", η οποία αποδίδεται ως «ρόδι». Η ονομασία αποδόθηκε λόγω της ομοιότητας των κρυστάλλων με τους σπόρους του καρπού τόσο σε σχήμα όσο και σε χρώμα. Παλαιότερη ονομασία τους (κατά την αρχαιότητα) ήταν «ανθράκιον», όρος που χαρακτήριζε όλα τα ερυθρού χρώματος ορυκτά.
Μολονότι η ευρεία αντίληψη είναι ότι όλοι οι γρανάτες είναι κόκκινοι, αυτό δεν αληθεύει. Τα περισσότερα μέλη έχουν πράγματι ως χρώμα αποχρώσεις του ερυθρού, ωστόσο παρατηρούνται όλα τα χρώματα (με εξαίρεση το μπλε), ενώ ο ουβαροβίτης είναι κατά κύριο λόγο σμαραγδοπράσινος.
Οι γρανάτες διακρίνονται σε δύο μεγάλες κατηγορίες:
Τα ονόματα των κατηγοριών προέρχονται από τα δύο πρώτα γράμματα των μελών τους
Λιγότερο γνωστά (και διαδεδομένα) μέλη των γρανατών είναι τα εξής:
Οι γρανάτες προέρχονται κατά κύριο λόγο από μεταμορφωμένα πετρώματα, (γνευσίους σχιστολίθους και μεταμορφωμένους εξ επαφής ασβεστολιθικούς σχηματισμούς (skarn)), απαντούν, ωστόσο, και σε αρκετά μαγματογενή. Εξαλλοιώνονται προς τάλκη, χλωρίτες, σερπεντίνη και ασβεστίτη.
Παραγενέσεις και λοιπές ιδιότητες, καθώς και εμφανίσεις στα επιμέρους λήμματα.
Ανευρίσκονται σχεδόν παντού στον κόσμο. Στην Ελλάδα απαντώνται στα νησιά Σύρο, Σέριφο, Σίκινο, Μήλο, στο πέτρωμα σκαρν της Νισύρου και στο ορυχείο «Μαδέμ Λάκκος» των μεταλλείων Κασσάνδρας, την Αλιστράτη Σερρών και τις περιοχές «Κιμμέρια» και «Λευκόπετρα» της Ξάνθης.
Λόγω της υψηλής σκληρότητάς τους χρησιμοποιούνται κυρίως ως λειαντικά μέσα. Οι πολύ διαυγείς και έγχρωμες ποικιλίες χρησιμοποιήθηκαν από την αρχαιότητα στην κοσμηματοποιία, ενώ είναι και αντικείμενο συλλογής από συλλέκτες ορυκτών.
This article uses material from the Wikipedia Ελληνικά article Γρανάτης, which is released under the Creative Commons Attribution-ShareAlike 3.0 license ("CC BY-SA 3.0"); additional terms may apply (view authors). Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά. Images, videos and audio are available under their respective licenses.
®Wikipedia is a registered trademark of the Wiki Foundation, Inc. Wiki Ελληνικά (DUHOCTRUNGQUOC.VN) is an independent company and has no affiliation with Wiki Foundation.