Ο Όσκαρ Α΄ (Oscar I, 4 Ιουλίου 1799 – 8 Ιουλίου 1859) ήταν βασιλιάς της Σουηδίας και της Νορβηγίας (1844-1859) από τον Οίκο των Μπερναντότ.
Το λήμμα παραθέτει τις πηγές του αόριστα, χωρίς παραπομπές. |
Ήταν γιος του Ζαν Μπατίστ Μπερναντότ, που έγινε βασιλιάς της Σουηδίας και της Νορβηγίας με το όνομα Κάρολος ΙΔ΄ Ιωάννης, και της Ντεζιρέ Κλαρύ, κόρης του Φρανσουά Κλαρύ, πλούσιου Γάλλου εμπόρου.
Όσκαρ Α΄ | |
---|---|
Περίοδος | 1844 - 1859 |
Προκάτοχος | Κάρολος ΙΔ´ |
Διάδοχος | Κάρολος ΙΕ΄ |
Περίοδος | 1844 - 1859 |
Προκάτοχος | Κάρολος ΙΔ΄ Ιωάννης της Σουηδίας |
Διάδοχος | Κάρολος Δ΄ |
Γέννηση | 4 Ιουλίου 1799 Παρίσι, Γαλλία |
Θάνατος | 8 Ιουλίου 1859 (60 ετών) Στοκχόλμη, Σουηδία |
Τόπος ταφής | Εκκλησία του Ρίνταρχολμ |
Σύζυγος | Ιωσηφίνα του Λόιχτενμπεργκ |
Επίγονοι | Κάρολος ΙΕ´ της Σουηδίας Γουσταύος Όσκαρ Β΄ της Σουηδίας Ευγενία Αύγουστος |
Οίκος | Οίκος των Μπερναντότ |
Πατέρας | Κάρολος ΙΔ΄ Ιωάννης της Σουηδίας |
Μητέρα | Ντεζιρέ Κλαρύ |
Θρησκεία | Εκκλησία της Σουηδίας |
Σχετικά πολυμέσα | |
δεδομένα ( ) |
Ο Ζοζέφ Φρανσουά Οσκάρ Μπερναντότ γεννήθηκε το 1799 στην οδό Σιζαλπίν 291 (νυν Μονσώ 32) στο Παρίσι, όπου έμεναν οι γονείς του, ο Υπουργός Πολέμου Ζαν Μπατίστ Μπερναντότ, στρατάρχης του Ναπολέοντα Βοναπάρτη. Η αδελφή της μητέρας του, η Ζυλί Κλαρύ είχε παντρευτεί τον Ιωσήφ Βοναπάρτη, ο οποίος τον βάπτισε δίνοντας το όνομά του Ιωσήφ και ο Ναπολέων του πρόσθεσε το όνομα Όσκαρ, του ήρωα των οσσιανικών ποιημάτων, που απηχούν κελτικούς θρύλους.
Όταν ο πατέρας του υιοθετήθηκε από τον Κάρολο ΙΓ΄ της Σουηδίας, του δόθηκε ο τίτλος του Δούκα του Σούντερμανλαντ. Σε αντίθεση με τον πατέρα του, που υποχρέωσε την αυλή να μιλάει γαλλικά, ο Όσκαρ έμαθε γρήγορα σουηδικά και ώσπου να ενηλικιωθεί απέκτησε τη γενική συμπάθεια. Είχε άριστη εκπαίδευση και σύντομα τον θεωρούσαν αυθεντία στο κοινωνικο-πολιτικά θέματα. Το 1816 έγινε επίτιμο μέλος της Βασιλικής Σουηδικής Ακαδημίας των Επιστημών και δύο έτη μετά καγκελάριος του Πανεπιστημίου της Ουψάλα, όπου έμεινε για ένα εξάμηνο. Στα 1832-34 ολοκλήρωσε την όπερα "Ρήνιο, ο περιπλανώμενος ιππότης" που άφησε ημιτελή ο θάνατος του συνθέτη Έντουαρντ Μπρέντλερ. Το 1839 έγραψε μια σειρά άρθρων για τη δημόσια εκπαίδευση και δύο χρόνια μετά ένα ανώνυμο έργο που υποστήριζε τις μεταρρυθμίσεις στις φυλακές.
Διετέλεσε αντιβασιλέας της Νορβηγίας το 1824 και το 1833. Ο πατέρας του τον υποπτευόταν ότι σχεδιάζει με τους φιλελεύθερους πολιτικούς αλλαγή των υπουργών, ίσως και την παραίτησή του. Μάλλον βοηθούσε ενεργά την αντιπολίτευση, όμως ήταν πασίγνωστο ότι αποδοκίμαζε τη δεσποτική συμπεριφορά του πατέρα του με τον οποίο απέφευγε να έρθει σε ρήξη. Ο φιλελευθερισμός του ήταν συγκρατημένος, όπως ανακάλυψε η αντιπολίτευση όταν έγινε ο ίδιος το 1844 βασιλιάς: δεν ήθελε να ακούσει για αλλαγή στο απαρχαιωμένο Σύνταγμα του 1809. Πάντως ένα από τα πρώτα μέτρα του ήταν η ελευθερία του Τύπου και εξέδωσε νόμο, που τα θήλεα τέκνα ήταν ίσα με τα άρρενα ως προς την κληρονομία, αν δεν υπάρχει διαθήκη. Θέσπισε επίσημα την ισότητα των δύο βασιλείων του και εισήγαγε τη νέα σημαία και το θυρεό της Ένωσης της Σουηδίας με τη Νορβηγία. Ίδρυσε το Νορβηγικό Τάγμα του Αγίου Όλαφ, δίνοντας έτσι στη Νορβηγία το δικό της Τάγμα. Στην ομιλία του προς το Κοινοβούλιο το 1857 δήλωσε ότι προώθησε την υλική ευημερία του βασιλείου περισσότερο από τους προκατόχους του.
Στις εξωτερικές υποθέσεις ήταν φίλος της Αρχής της Εθνικότητας, έτσι υποστήριξε τη Δανία εναντίον της Πρωσίας στον 1ο Πόλεμο του Σλέσβιχ μεταφέροντας Σουηδο-Νορβηγικά στρατεύματα στο Βόρειο Σλέσβιχ το 1848 και μεσολάβησε για την εκεχειρία του Μάλμε. Ήταν ένας από τους εγγυητές της ακεραιότητας της Δανίας (πρωτόκολλο του Λονδίνου, 1852). Το 1850 καταπιάστηκε με τη δυναστική ένωση των τριών βασιλείων, αλλά ανέκυψαν τόσες δυσκολίες που η ιδέα εγκαταλείφθηκε. Αντέστρεψε την δουλοπρεπή προς τη Ρωσία πολιτική του πατέρα του: φοβούμενος μην απολέσει ένα τμήμα του Φιόρδ Βάραγκερ στη Ρωσία, έμεινε ουδέτερος στον Κριμαϊκό Πόλεμο και μετά σύναψε συμμαχία με τη Βρετανία και τη Γαλλία για τη διατήρηση της ακεραιότητας της χώρας του.
Του απονεμήθηκε το παράσημο του Χρυσόμαλλου Δέρατος από την Ισπανία. Το 1847 ο Ρόμπερτ Σούμαν του αφιέρωσε τη 2η Συμφωνία του. Ο Όσκαρ Α΄ έκανε δημοφιλές το όνομα Όσκαρ, που του το είχε δώσει ο Ναπολέων της Γαλλίας, ο οποίος ήταν θαυμαστής των Ποιημάτων του Οσσιανού του Τζέιμς Μακφέρσον.
Νυμφεύτηκε το 1823 στη Στοκχόλμη τη Ιωσηφίνα ντε Μπωαρναί, κόρη του Ευγένιου, Δούκα του Λόιχενμπεργκ (γιου της Ιωσηφίνας Τασέρ ντε Λα Παζρί, που μετά τον Αλεξάντρ ντε Μπωαρναί παντρεύτηκε τον Ναπολέοντα), και είχε τέκνα:
Από τη σχέση του με την ηθοποιό Εμιλί Χόγκκβιστ είχε φυσικά τέκνα:
Από τη σχέση του με την κυρία των τιμών Ζακέττ Γκύλντενστοπλε, σύζυγο του Καρλ Γκούσταβ Λέβενχηλμ, είχε φυσικό τέκνο:
This article uses material from the Wikipedia Ελληνικά article Όσκαρ Α΄ της Σουηδίας, which is released under the Creative Commons Attribution-ShareAlike 3.0 license ("CC BY-SA 3.0"); additional terms may apply (view authors). Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά. Images, videos and audio are available under their respective licenses.
®Wikipedia is a registered trademark of the Wiki Foundation, Inc. Wiki Ελληνικά (DUHOCTRUNGQUOC.VN) is an independent company and has no affiliation with Wiki Foundation.