Ο Τζούλιους Καμπαράγκε Νυερέρε (Julius Kambarage Nyerere, 13 Απριλίου 1922 – 14 Οκτωβρίου 1999) ήταν ο πρώτος πρόεδρος της Τανζανίας στην ιστορία της, από το 1964 μέχρι το 1985, και προηγουμένως πρωθυπουργός της Τανγκανίκας (του προγονικού της Τανζανίας κράτους).
Εκτός από πολιτικός υπήρξε και δραστήριος ακτιβιστής κατά της αποικιοκρατίας, αγωνισθείς για την ανεξαρτησία της χώρας ως ιδρυτικό μέλος και πρόεδρος του κόμματος-οργανώσεως Εθνική Αφρικανική Ένωση Τανγκανίκας (TANU), καθώς και του διάδοχου κόμματος Τσάμα Τσα Μαπιντούζι. Από ιδεολογικής πλευράς ήταν Αφρικανός εθνικιστής αλλά και σοσιαλιστής, προάγοντας μια ιδιαίτερη πολιτική φιλοσοφία γνωστή ως Ujamaa.
Ο Νυερέρε γεννήθηκε στη μικρή πόλη Μπουτιάμα, στην Περιφέρεια Μάρα, στον βορρά της τότε βρετανικής αποικίας της Τανγκανίκας, και ήταν γιος ενός φυλάρχου των Ζανάκι, του Μπουρίτο Νυερέρε (1860-1942), και της Κριστίνα Μγκάυα ουά Νυανγκ'όμπε (Christina Mgaya wa Nyang'ombe, 1897-1997). Αφού τελείωσε το σχολείο, φοίτησε στο Κολέγιο Μακερέρε στη σημερινή Ουγκάντα και κατόπιν στο Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου. Το 1952 επέστρεψε στην Τανγκανίκα, νυμφεύθηκε τη Μαρία Ουανίνγκου Γκάμπριελ Ματζίτζε (Maria Waningu Gabriel Magige, γενν. 1930) και εργάσθηκε ως δάσκαλος σε σχολείο. Το 1954 βοήθησε στην ίδρυση του TANU, μέσα από το οποίο δραστηριοποιήθηκε για την ανεξαρτητοποίηση της χώρας από τη Βρετανική Αυτοκρατορία. Επηρεασμένος από τον ηγέτη της ανεξαρτησίας της Ινδίας Μαχάτμα Γκάντι, κήρυξε τη μη βίαιη διαμαρτυρία προς επίτευξη του σκοπού του. Εκλέχθηκε στο «Νομοθετικό Συμβούλιο» (το αποικιακό κοινοβούλιο της αποικίας) στις εκλογές του 1958-1959 και στις επόμενες εκλογές το 1960 οδήγησε το TANU στη νίκη, οπότε έγινε πρωθυπουργός. Οι διαπραγματεύσεις του με τις βρετανικές αρχές είχαν ως αποτέλεσμα την ανεξαρτησία της Τανγκανίκας το 1961. Το 1962 ο Νυερέρε εκλέχθηκε ο πρώτος της Πρόεδρος. Με τη διακυβέρνησή του επεδίωξε την «αφρικανοποίηση» του στενού δημόσιου τομέα και την προαγωγή της ενότητας μεταξύ του ιθαγενούς πληθυσμού και των ασιατικών και ευρωπαϊκών μειονοτήτων της χώρας. Ενεθάρρυνε τη δημιουργία ενός μονοκομματικού πολιτικού συστήματος και επεδίωξε, ανεπιτυχώς, τη δημιουργία μιας ενώσεως κρατών, την Ομοσπονδία Ανατολικής Αφρικής, με την Ουγκάντα και την Κένυα. Μια εξέγερση μέσα στον στρατό το 1963 καταπνίγηκε με τη βοήθεια των Βρετανών.
Μετά τη Ζανζιβαρινή Επανάσταση του 1964, η Ζανζιβάρη ενώθηκε με την Τανγκανίκα και σχημάτισαν την Τανζανία. Μετά από αυτό, ο Νυερέρε έδωσε περισσότερη έμφαση στην αυτάρκεια της χώρας και τον σοσιαλισμό. Παρά το ότι ο «δικός του» σοσιαλισμός διέφερε από καθαρά μαρξιστικό, η Τανζανία του Νυερέρε ανέπτυξε στενούς δεσμούς με τη Λαϊκή Κίνα του Μάο Τσετούνγκ. Το 1967, με τη «Διακήρυξη της Αρούσα», ο Νυερέρε έθεσε τις βασικές αρχές του οράματός του για την ujamaa (= «αδελφοσύνη»). Οι τράπεζες και άλλες μείζονες βιομηχανίες και εταιρείες γενικότερα εθνικοποιήθηκαν. Το εκπαιδευτικό σύστημα και η φροντίδα υγείας επεκτάθηκαν σημαντικά. Νέα έμφαση δόθηκε στην αγροτική ανάπτυξη με τη δημιουργία συνεταιριστικών αγροκτημάτων, αλλά αυτή η μεταρρύθμιση δυσκόλευσε την παραγωγή τροφίμων και άφησε περιοχές της χώρας εξαρτημένες από την ξένη βοήθεια σε τρόφιμα. Το καθεστώς του Νυερέρε παρείχε εκπαίδευση και βοήθεια σε αντάρτες που μάχονταν τους αποικιοκράτες λευκούς σε άλλες χώρες της νοτίως του ισημερινού Αφρικής. Από την άλλη, είχε τον πόλεμο με την Ουγκάντα το 1978–1979, ο οποίος είχε ως αποτέλεσμα την πτώση του καθεστώτος του Ουγκαντέζου δικτάτορα Ιντί Αμίν Νταντά. Το 1985 ο Νυερέρε παραιτήθηκε από την προεδρία και τον διαδέχθηκε ο Αλί Χασάν Μουίνυ, ο οποίος αντέστρεψε πολλές από τις πολιτικές του. Ο Νυερέρε παρέμεινε πρόεδρος του κόμματος Τσάμα Τσα Μαπιντούζι, έως το 1990, υποστηρίζοντας πλέον μια μετάβαση προς ένα πολυκομματικό σύστημα. Αργότερα έγινε διαμεσολαβητής στις προσπάθειες για τη λήξη του Εμφύλιου στο Μπουρούντι.
Ο Τζούλιους Νυερέρε πέθανε σε ηλικία 77 ετών στο Λονδίνο από λευχαιμία. Με τη σύζυγό του Μαρία απέκτησαν οκτώ τέκνα και 26 εγγόνια.
Ο Νυερέρε υπήρξε μια αμφιλεγόμενη προσωπικότητα. Στην Αφρική κέρδισε φήμη και σεβασμό ως αντιαποικιοκράτης, ενώ ως ηγέτης της χώρας του επαινέθηκε για το ότι, αντίθετα από αρκετές γειτονικές χώρες, η Τανζανία παρέμεινε σταθερή και ενωμένη στις πρώτες κρίσιμες δεκαετίες της ως ανεξάρτητο κράτος. Από την άλλη, η δημιουργία ενός μονοκομματικού κράτους και η ευρεία χρήση της φυλακίσεως πολιτικών κρατουμένων επ' αόριστο χωρίς δίκη, οδήγησαν σε κατηγορίες για δικτατορική και αυταρχική διακυβέρνηση, ενώ έχει κατηγορηθεί και για οικονομική κακοδιαχείριση. Ακόμα και σήμερα ωστόσο, η μνήμη του είναι σεβαστή στο εσωτερικό της Τανζανίας, όπου αναφέρεται συχνά τιμητικά με το προσωνύμιο Μουαλίμου, που σημαίνει «δάσκαλος» στη γλώσσα Σουαχίλι, και χαρακτηρίζεται «Πατέρας του έθνους». Είχε τιμηθεί με το Βραβείο Ειρήνης Γκάντι (ήταν ο πρώτος που τιμήθηκε με αυτό), με το Βραβείο Ειρήνης Λένιν, με το Διεθνές Βραβείο Σιμόν Μπολίβαρ και με το Βραβείο Ζολιό-Κιουρί.
This article uses material from the Wikipedia Ελληνικά article Τζούλιους Νυερέρε, which is released under the Creative Commons Attribution-ShareAlike 3.0 license ("CC BY-SA 3.0"); additional terms may apply (view authors). Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά. Images, videos and audio are available under their respective licenses.
®Wikipedia is a registered trademark of the Wiki Foundation, Inc. Wiki Ελληνικά (DUHOCTRUNGQUOC.VN) is an independent company and has no affiliation with Wiki Foundation.