Το Ρωσικό Τουρκεστάν (ρωσικά: Русский Туркестан) ήταν το δυτικό τμήμα του Τουρκεστάν στα εδάφη της Κεντρικής Ασίας της Ρωσικής Αυτοκρατορίας και διοικήθηκε ως Κράι ή Γενικό Κυβερνείο.
Περιλάμβανε την περιοχή της όασης στα νότια της Στέπας του Καζακστάν, αλλά όχι τα προτεκτοράτα του Εμιράτου της Μπουχάρας και του Χανάτου της Χίβας.
Παρόλο που η Ρωσία είχε ωθήσει νότια στις στέπες από το Αστραχάν και το Αρινμπούρκ από την αποτυχημένη αποστολή στην Χίβα του τσάρου Μεγάλου Πέτρου το 1717, η αρχή της ρωσικής κατάκτησης του Τουρκεστάν χρονολογείται συνήθως στο 1865. Εκείνη τη χρονιά, οι ρωσικές δυνάμεις κατέλαβαν την πόλη της Τασκένδης υπό την ηγεσία του στρατηγού Μιχαήλ Τσερνιάγιεφ, επεκτείνοντας τα εδάφη της Περιφέρειας του Τουρκεστάν (τμήμα του Γενικού Κυβερνείου του Αρινμπούρκ). Ο Τσερνιάγιεφ είχε ξεπεράσει τις εντολές του (είχε τότε μόνο 3.000 άντρες υπό την εποπτεία του), αλλά η Αγία Πετρούπολη αναγνώρισε την προσάρτηση σε κάθε περίπτωση. Ακολουθήθηκε γρήγορα από την κατάκτηση των Χουτζάντ, Τζιζάχ και Ουρά-Τιουμπέ, που κορυφώθηκε με την προσάρτηση της Σαμαρκάνδης και της γύρω περιοχής από τον ποταμό Ζεραβσάν από το Εμιράτο της Μπουχάρας το 1868.
Μια αφήγηση για τη ρωσική κατάκτηση της Τασκένδης γράφτηκε στο "Urus leshkerining Türkistanda tarikh 1262–1269 senelarda qilghan futuhlari" από τον Μουλά Χαλιμπάι Μαμπέτοφ.
Το 1867, Τουρκεστάν έγινε ένα ξεχωριστό Γενικό Κυβερνείο υπό τον Κονσταντίν Πέτροβιτς φον Κάουφμαν. Η πρωτεύουσα ήταν η Τασκένδη και αποτελούνταν αρχικά τρεις περιφέρειες (όμπλαστ): Σιρ Ντάρια, Σεμιρέτσιε και Ζεραβσάν (αργότερα Περιφέρεια Σαμαρκάνδης). Σε αυτές προστέθηκαν το 1873 το τμήμα Αμού Ντάρια (ρωσικά: отдел), προσαρτημένο από το Χανάτο της Χίβας, και το 1876 η Περιφέρεια Φεργκάνα, που σχηματίστηκε από το υπόλοιπο του Χανάτου της Κοκάνδης, που διαλύθηκε μετά από μια εξέγερση το 1875. Το 1894 η Υπερκασπιαία Περιφέρεια, η οποία είχε κατακτηθεί το 1881-1885 από τους στρατηγούς Μιχαήλ Σκομπέλεφ και Μιχαήλ Ανένκοφ, προστέθηκε στο Κυβερνείο.
Η διοίκηση της περιοχής είχε σχεδόν καθαρά στρατιωτικό χαρακτήρα. Ο Φον Κάουφμαν πέθανε το 1882 και μια επιτροπή υπό τον Φέντορ Κάρλοβιτς Γκιρς περιόδευσε στο Κράι και συνέταξε προτάσεις για μεταρρύθμιση, οι οποίες εφαρμόστηκαν μετά το 1886. Το 1888, ο νέος Υπερκάσπιος Σιδηρόδρομος, που ξεκινούσε στο Ουζούν-Αντά στις ακτές της Κασπίας Θάλασσας το 1877, έφτασε στη Σαμαρκάνδη. Παρ' όλα αυτά, το Τουρκεστάν παρέμεινε ένα απομονωμένο αποικιακό φυλάκιο, με μια διοίκηση που διατήρησε πολλά διακριτικά χαρακτηριστικά από τα προηγούμενα ισλαμικά καθεστώτα, συμπεριλαμβανομένων των δικαστηρίων των Καδήδων και μιας διοίκησης, που ανέθετε μεγάλη εξουσία σε τοπικούς Ακσακάλ (γέροντες ή αρχηγούς). Ήταν εντελώς ανόμοια με την Ευρωπαϊκή Ρωσία. Το 1908 ο Κόμης Κωνσταντίνος Κωνσταντίνοβιτς Παχλέν ηγήθηκε άλλης μιας επιτροπής μεταρρυθμίσεων στο Τουρκεστάν, η οποία συνέταξε το 1909-1910 μια μνημειακή έκθεση, που τεκμηριώνει διοικητική διαφθορά και αναποτελεσματικότητα. Το κίνημα εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης Τζαντίντ, που προήλθε από τους Τατάρους, εξαπλώθηκε στους μουσουλμάνους της Κεντρικής Ασίας υπό ρωσική κυριαρχία.
Μια πολιτική σκόπιμης επιβολής της αντιμοντέρνας, παραδοσιακής, αρχαίας συντηρητικής ισλαμικής εκπαίδευσης στα σχολεία και της ισλαμικής ιδεολογίας επιβλήθηκε από τους Ρώσους, προκειμένου να παρεμποδίσουν και να καταστρέψουν εσκεμμένα την αντιπολίτευση στην εξουσία τους διατηρώντας τους σε κατάσταση νάρκης και αποτροπής διείσδυσης ξένων ιδεολογιών.
Οι Ρώσοι εφάρμοσαν εκτουρκισμό των Τατζίκων της Φεργκάνα και της Σαμαρκάνδης, αντικαθιστώντας την τατζικική γλώσσα με τα ουζμπέκικα, με αποτέλεσμα μια Σαμαρκάνδη να μιλά κυρίως ουζμπέκικα, ενώ δεκαετίες πριν τα τατζίκικα ήταν η κυρίαρχη γλώσσα εκεί.
Το 1897 ο σιδηρόδρομος έφτασε στην Τασκένδη και τελικά το 1906 άνοιξε απευθείας σιδηροδρομική σύνδεση με την Ευρωπαϊκή Ρωσία κατά μήκος της στέπας από το Αρινμπούρκ προς την Τασκένδη. Αυτό οδήγησε σε πολύ μεγαλύτερο αριθμό Ρώσων εθνοτικών εποίκων να ρέουν στο Τουρκεστάν από ό,τι μέχρι τώρα και η εγκατάστασή τους επιβλεπόταν από ένα ειδικά δημιουργημένο Τμήμα Μετανάστευσης στην Αγία Πετρούπολη (Переселенческое Управление).
Αυτό προκάλεσε μεγάλη δυσαρέσκεια στον τοπικό πληθυσμό, καθώς αυτοί οι έποικοι πήραν γη και υδάτινους πόρους. Το 1916 η δυσαρέσκεια κορυφώθηκε με την εξέγερση Μπασμάτσι. Πυροδοτήθηκε από ένα διάταγμα, που στρατολόγησε τους ντόπιους σε τάγματα εργασίας (είχαν προηγουμένως απαλλαγεί από στρατιωτική θητεία). Χιλιάδες έποικοι σκοτώθηκαν και αυτό αντισταθμίστηκε από ρωσικά αντίποινα, ιδιαίτερα ενάντια στον νομαδικό πληθυσμό. Για να ξεφύγουν από τους Ρώσους, που τους σκότωσαν το 1916, Ουζμπέκοι, Καζάχοι και Κιργίζιοι διέφυγαν στην Κίνα.
Το Σιντσιάνγκ έγινε καταφύγιο για τους Καζάχους, που διέφυγαν από τους Ρώσους, αφού οι Μουσουλμάνοι αντιμετώπισαν στρατολόγηση από τη ρωσική κυβέρνηση. Οι Τουρκμένοι, οι Κιργίζιοι και οι Καζάχοι επηρεάστηκαν όλοι από την εξέγερση του 1916, που προκλήθηκε από τη στρατολόγηση της ρωσικής κυβέρνησης.
Η τάξη δεν είχε αποκατασταθεί πραγματικά τη στιγμή που έλαβε χώρα η Επανάσταση του Φεβρουαρίου το 1917. Αυτό θα οδηγούσε σε ένα ακόμη πιο αιματηρό κεφάλαιο στην ιστορία του Τουρκεστάν, καθώς οι Μπολσεβίκοι του Σοβιέτ της Τασκένδης ξεκίνησαν μια επίθεση εναντίον της αυτόνομης κυβέρνησης Τζαντίντ στην Κοκάνδη στις αρχές του 1918, η οποία άφησε 14.000 νεκρούς. Η αντίσταση στους Μπολσεβίκους από τον τοπικό πληθυσμό (Μπασμάτσι χαρακτηρίστηκαν από Σοβιετικούς ιστορικούς) συνεχίστηκε στις αρχές της δεκαετίας του '30.
Το Τουρκεστάν είχε 21 στρατηγούς διοικητές.
Μετά τη Ρωσική Επανάσταση του 1917, δημιουργήθηκε στη Σοβιετική Κεντρική Ασία μια Αυτόνομη Σοβιετική Σοσιαλιστική Δημοκρατία του Τουρκεστάν εντός της Ρωσικής Σοσιαλιστικής Ομοσπονδιακής Σοβιετικής Δημοκρατίας (εκτός του σημερινού Καζακστάν).
Μετά την ίδρυση της Σοβιετικής Ένωσης, χωρίστηκε σε Σοβιετική Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Τουρκμενίας (Τουρκμενιστάν) και Σοβιετική Σοσιαλιστική Δημοκρατία του Ουζμπεκιστάν (Ουζμπεκιστάν) το 1924. Η Σοβιετική Σοσιαλιστική Δημοκρατία του Τατζικιστάν (Τατζικιστάν) σχηματίστηκε το 1929 και το 1936 το Κιργιστάν διαχωρίστηκε από τη Σοβιετική Σοσιαλιστική Δημοκρατία του Καζακστάν. Μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, αυτές οι δημοκρατίες απέκτησαν την ανεξαρτησία τους.
This article uses material from the Wikipedia Ελληνικά article Ρωσικό Τουρκεστάν, which is released under the Creative Commons Attribution-ShareAlike 3.0 license ("CC BY-SA 3.0"); additional terms may apply (view authors). Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά. Images, videos and audio are available under their respective licenses.
®Wikipedia is a registered trademark of the Wiki Foundation, Inc. Wiki Ελληνικά (DUHOCTRUNGQUOC.VN) is an independent company and has no affiliation with Wiki Foundation.