Η Νάξος είναι το μεγαλύτερο νησί των Κυκλάδων, με έκταση 429,79 τ.χλμ.
Απέχει 103 ναυτικά μίλια από τον Πειραιά. Πρωτεύουσα της Νάξου είναι η Χώρα (Νάξος), με 8.897 κατοίκους (απογραφή 2021). Κατά την παράδοση, οι πρώτοι κάτοικοι του νησιού ήταν οι Θράκες και οι Πελασγοί. Αργότερα ήρθαν οι Κάρες, με αρχηγό τον Νάξο, στον οποίο και αποδίδεται το όνομα του νησιού. Υπήρξε το κέντρο του αρχαϊκού κυκλαδικού πολιτισμού. Το νησί είναι γνωστό ως πηγή σμύριδας, ενός πετρώματος πλούσιου σε κορούνδιο, το οποίο μέχρι τη σύγχρονη εποχή ήταν ένα από τα καλύτερα διαθέσιμα λειαντικά.
Γεωγραφία | |
---|---|
Συντεταγμένες | 37°03′11″N 25°28′35″E / 37.05306°N 25.47639°E 25°28′35″E / 37.05306°N 25.47639°E |
Αρχιπέλαγος | Αιγαίο Πέλαγος |
Νησιωτικό σύμπλεγμα | Κυκλάδες |
Αριθμός νήσων | 24 |
Έκταση | 429,79 km² |
Υψόμετρο | 1002 μ |
Υψηλότερη κορυφή | Ζας |
Χώρα | |
Περιφέρεια | Νοτίου Αιγαίου |
Νομός | Κυκλάδων |
Πρωτεύουσα | Χώρα Νάξου |
Δημογραφικά | |
Πληθυσμός | 19.597 (απογραφής 2021) |
Πυκνότητα | 45,6 /χλμ2 |
Πρόσθετες πληροφορίες | |
Ιστοσελίδα | www.naxos.gr |
Σχετικά πολυμέσα |
Οι κάτοικοί της επίσημα λέγονται Νάξιοι/Ναξίες ενώ στην καθομιλουμένη συνηθίζονται τα (Ν)αξ(ι)ώτες/(Ν)αξ(ι)ώτισσες.
Η Νάξος είναι το μεγαλύτερο και το πιο εύφορο νησί των Κυκλάδων. Βρίσκεται στο κέντρο περίπου των Κυκλάδων, νότια της Μυκόνου και ανατολικά της Πάρου. Έχει έκταση 430 τετρ. χλμ. και μήκος ακτών 148 χλμ.
Γεωγραφία
Το ανάγλυφο του νησιού διαμορφώνεται από μια χαμηλή οροσειρά που το διασχίζει από βορρά προς νότο, με ψηλότερη κορυφή τον Ζα ή Δρίο (δηλ. τον Δία/Ζευ)(1.004 μ.). Η ονομασία αυτή οφείλεται στη μυθολογική παράδοση ότι ο Δίας, κατά μία εκδοχή, γεννήθηκε και ανατράφηκε στη Νάξο.
Στην οροσειρά αυτή, κινούμενοι από τον βορρά προς τον νότο, συναντάμε τις εξής κορυφές: Κατσόπρινο (422 μ.), Αναθεματίστρα (778 μ.), Κόρωνο (997 μ.), Μαυροβούνι (869 μ.), Ζα (1.002 μ.), Καβαλλάρη (521 μ.) και Βιγλατούρι (418 μ.). Οι ανατολικές πλαγιές της οροσειράς είναι απότομες, ενώ οι δυτικές κατεβαίνουν ομαλά προς μια πυκνοκατοικημένη περιοχή με καλλιεργήσιμα εδάφη.
Το νησί είναι πλούσιο σε πηγές και ρέματα, στα οποία και οφείλεται η πλούσια βλάστησή του, η πλουσιότερη απ' όλα τα νησιά των Κυκλάδων, εξ ου και η άποψη του Ηροδότου ότι «ευδαιμονίη των νήσων προσέφερε». Οι ακτές της είναι ελάχιστα διαμελισμένες, αλλά με πλούσιες αμμουδιές, που προσφέρονται για κολύμπι και ξεκούραση.
Τα κυριότερα ακρωτήρια της Νάξου είναι ο Σταυρός, η Μουτσούνα, ο Πάνορμος, η Κατωμεριά, ο Κούρουπας, η Παρθένος, ο Προκόπιος, το Μουγκρί, η Γαΐτάνη και ο Αιμιλιανός.
Φυσικό Περιβάλλον
Παλαιότερα η Νάξος είχε πολύ πλούσια χλωρίδα και πανίδα. Μέχρι και τον 17ο αιώνα ζούσαν στο νησί ελάφια και συνηθιζόταν το κυνήγι τους από τους ντόπιους άρχοντες και τους περαστικούς αξιωματούχους. Ο Γάλλος περιηγητής της εποχής, Ζαν ντε Τεβενό, αναφέρει ότι στην περιοχή του Απλικιού υπήρχαν πολλά έλη και αλιευόντουσαν τεράστιες ποσότητες χελιών. Σήμερα δύο περιοχές του νησιού, η κεντρική-ορεινή-νότια παραλιακή ζώνη και ο υγρότοπος της αλυκής Νάξου, έχουν χαρακτηριστεί τόποι ιδιαίτερης οικολογικής και κοινωνικής αξίας και έχουν ενταχθεί στο ευρωπαϊκό δίκτυο Natura 2000. Επίσης, οι βιότοποι του Ζα και της Κορώνου έχουν καταγραφεί στη λίστα Corine, ως περιοχές ιδιαίτερης οικολογικής σημασίας.
Γεωλογία
Η Νάξος γεωτεκτονικά ανήκει στην Αττικο-κυκλαδική ζώνη, με κυρίαρχα τα σχιστολιθικά πετρώματα. Σημαντικός είναι επίσης ο ορυκτός πλούτος της, με δύο ευρέως γνωστά προϊόντα: το μάρμαρο και τη σμύριδα Νάξου ή «ναξία γη».
Η Νάξος είναι πλούσια σε κρυσταλλοσχιστώδη πετρώματα - μη αξιοποιήσιμα ακόμη. Τα πετρώματα αυτά είναι κυρίως κρυσταλλοπαγείς σχιστόλιθοι, γνεύσιοι και μάρμαρα σε εναλλασσόμενα στρώματα με όγκους γρανίτη και βρίσκονται κοντά σχετικά στην πόλη της Νάξου και στο βορειοδυτικό τμήμα του νησιού. Πετρώματα της πλειστόκαινου περιόδου υπάρχουν στη χερσόνησο της Στελίδας, κυρίως ψαμμίτες, καθώς και βόρεια-βορειοανατολικά κοντά στις παράκτιες περιοχές του νησιού. Επίσης απαντώνται και πλούσια εκρηξιγενή πετρώματα κοντά στις Εγγαρές και αλλού.
Στο κέντρο, βορειοανατολικά κοντά στην Κόρωνο, υπάρχουν τα περίφημα κοιτάσματα σμύριδας ή «ναξίας γης». Πρόκειται για το μοναδικό μέρος του κόσμου στο οποίο απαντάται υψηλής ποιότητας σμύριδα σε εκμεταλλεύσιμη ποσότητα. Η βιομηχανική της εκμετάλλευση όμως έχει πλέον παύσει λόγω της ανακάλυψης συνθετικών αντικατάστατων που είναι πολύ φθηνότερα.
Κλίμα
Το κλίμα του νησιού είναι μεσογειακό και θερμό ημίξηρο στέπας με δροσερά καλοκαίρια και ήπιους χειμώνες.
Ο Δίας, ο πατέρας «ανδρών τε Θεών» κατά τους αρχαίους Έλληνες, λέγεται ότι γεννήθηκε στην Κρήτη, στη σπηλιά Ιδαίον Άντρον (κατ' άλλους στο Δικταίον Άντρον), αλλά μεγάλωσε στη Νάξο, και έτσι το ψηλότερο βουνό του νησιού πήρε το όνομά του (Ζευς ή, για τους ντόπιους, Ζας, 1004 μέτρα).
Στη Νάξο εγκατέλειψε ο Θησέας την Αριάδνη, η οποία τον είχε βοηθήσει προηγουμένως στην Κρήτη να σκοτώσει τον Μινώταυρο με τον όρο να την πάρει μαζί του. Ο Θησέας τήρησε την υπόσχεσή του και την πήρε μαζί του επιστρέφοντας από την Κρήτη. Όταν όμως σταμάτησε στη Νάξο, που εκείνη την εποχή ονομαζόταν Δία, για ανεφοδιασμό, την εγκατέλειψε εκεί. Ο Διόνυσος είδε την κοιμισμένη Αριάδνη και την ερωτεύτηκε. Αφού την έκανε σύζυγό του, μια νύχτα, την οδήγησε στο όρος της Νάξου Δρίον, απ' όπου και ανέβηκαν μαζί στον Όλυμπο. Εκεί ο Δίας έκανε την Αριάδνη αθάνατη.
Το όνομά της η Νάξος φέρεται να το πήρε από τον Νάξο, τον ηγεμόνα των πρώτων αποίκων, που ήταν Κάρες, τον φερόμενο ως γιο του Πολέμωνα ή, κατ΄ άλλους, του Ενδυμίωνα ή, κατά μία τρίτη εκδοχή, του Απόλλωνα και της νύμφης Ανακαλίδας. Άλλοι ιστορικοί ερευνητές και φιλόλογοι θεωρούν ότι το όνομά της προέρχεται από την αρχαία ελληνική λέξη «νάξαι», που σημαίνει θύσαι, που εκλήφθηκε έτσι από τις πλούσιες θυσίες που γίνονταν στη νήσο προς τιμή των θεών. Το όνομα Νάξος διατηρήθηκε στο διάβα των αιώνων μέχρι τον μεσαίωνα, όταν έγινε Ναξία, ακολούθως Ναξιά και στη συνέχεια Αξιά.
Η Νάξος αναφέρεται και ως Δία από τον Όμηρο (Οδύσ λ325) καθώς και στον ομηρικό ύμνο προς τον Απόλλωνα. Επίσης αναφέρεται και ως Στρογγύλη, Μικρή Σικελία, Τραγία, Διονυσιάς, Καλλίπολις, Λιπαρά και άλλα ονόματα από διάφορους συγγραφείς. Η πρώτη Κορινθιακή αποικία στη Σικελία ονομάστηκε Νάξος.
Ο πλούτος των περί της Νάξου μύθων αποδεικνύει τη σπουδαιότητα που είχε η Νάξος κατά την αρχαιότητα. Οι μύθοι αυτοί αφορούν κυρίως τη γέννηση των τριών εγχώριων νυμφών, Φιλία, Κορωνίδα και Κλείδη, που επιμελήθηκαν την ανατροφή του Διονύσου, του οποίου η Νάξος ήταν η πατρίδα. Αλλά και για τον Δία αναφέρεται πως εδώ ανατράφηκε και ενηλικιώθηκε, όταν μεταφέρθηκε από την Κρήτη, και ότι από εδώ εξόρμησε προκειμένου να καταλάβει τη βασιλεία των θεών. Μάλιστα, στο μονοπάτι προς την κορυφή του όρους Ζας είναι δυνατή η ανάγνωση επιγραφής σε βράχο με παραφθαρμένα γράμματα «Όρος Διός Μηλωσίου» (δηλ. Όρος του Δία, προστάτη των προβάτων). Στη Νάξο επίσης λατρευόταν και ο Απόλλωνας ο Τράγιος ή Τραγαίος, ενώ υπήρχε και αρχαίος ναός του Δηλίου Απόλλωνα έξω από την αρχαία πόλη, καθώς και ναός προς τιμήν του Εφιάλτη. Από τον περίφημο αρχαίο ναό του Διονύσου κανένα ίχνος δεν έχει βρεθεί μέχρι σήμερα.
Άλλοι μύθοι αναφέρονται στη σχέση του Διονύσου με την Αριάδνη την οποία απήγαγε στο όρος Δρίον και έλαβε ως σύζυγό του. Αρχαία πηγή έξω από την πόλη της Νάξου φέρει το όνομα Αριάδνη. Στην ανατολική πλευρά του όρους Κόρωνος υπάρχει ένα μεγάλο σε μήκος παράξενο σπήλαιο με διπλή είσοδο, έναν μεγάλο προθάλαμο, που συνεχίζει σε μήκος, εντός του οποίου υπάρχουν ίχνη αρχαίας λατρείας, πιθανώς του ιερού της μίας των ναξίων νυμφών, της Κορωνίδας (εκ της οποίας και το ομώνυμο χωριό). Κάτοικος της Νάξου ήταν και ο μυθικός Κηδαλίων που δίδαξε στον θεό Ήφαιστο την τέχνη της μεταλλουργίας. Σε όλη τη Νάξο σώζονται προϊστορικά αρχιτεκτονικά λείψανα, καθώς και πολλά των ιστορικών χρόνων.
Η σπουδαιότητα της Νάξου υπήρξε στη μακρά ιστορική διάρκεια, όχι απλά πρωταρχική αλλά διαμορφωτική στην ιστορική πορεία, όχι μόνο στον Κυκλαδικό αλλά και στον ευρύτερο ελληνικό χώρο. Ήταν πάντα περίφημη για τη μεγάλη ποσότητα των εξαγομένων μαρμάρων της, για το σμυρίγλι, για το πλήθος των πηγών της, για τους κατάμεστους κήπους, για την ομορφιά των πεδιάδων της, για τους ελαιώνες, τους πορτοκαλεώνες, τους λεμονεώνες, για τα κίτρα της, για τ’ αμπέλια της και το ξακουστό κρασί της, για την κτηνοτροφία της και τα τυριά της αλλά και για το αλάτι. Παράλληλα, επειδή η θάλασσα «απομονώνει» παρέμεινε γνήσια, ασυνήθιστη, διαφορετική, αυτάρκης. Ο Πίνδαρος αποκαλεί τη Νάξο «λιπαράν» κι ο Ηρόδοτος βεβαιώνει ότι η «Νάξος ευδαίμονη των νήσων προέφερε». Ο Αρχίλοχος ο Πάριος παρομοίαζε το κρασί της Νάξου με νέκταρ που έπιναν οι θεοί. Ο κατ’ εξοχήν συνδεδεμένος με τη Νάξο θεός είναι ο Διόνυσος που ενσάρκωνε τις αγαθοποιούς δυνάμεις της φύσεως. Γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Νάξο όπου παντρεύτηκε την Αριάδνη μετά την εγκατάλειψή της από τον Θησέα. Ο γάμος με τον θεό κι ο θάνατός της, που προοιώνιζε την ανάστασή της γιορταζόταν έντονα στο νησί γιατί σχετιζόταν με την ωρίμανση και την αναγέννηση της Φύσεως.
Η Νάξος κατοικήθηκε από τη μέση παλαιολιθική εποχή (80 έως 130.000 π.χ.), πιθανά από ανθρώπους του τύπου Νεάντερνταλ, όπως βρέθηκε από πρόσφατες ανασκαφές στην περιοχή Στελίδα. Επίσης έχουν βρεθεί ίχνη κατοίκησης της μεσολιθικής εποχής (περίπου 9 χιλιετίες π.Χ.) στην περιοχή Ροός. Οι ανασκαφές αυτές έγιναν στις αρχές του 21ου αιώνα.
Για τον σύγχρονο τύπο ανθρώπου, έχουμε σίγουρα στοιχεία για συνεχή κατοίκηση από την 4η χιλιετία π. Χ. (νεολιθική εποχή) μέχρι σήμερα αδιάκοπα. Η μελέτη των τοπωνυμίων βεβαιώνει ότι η Νάξος, αντίθετα από κάποια άλλα νησιά του Αιγαίου δεν ερημώθηκε ποτέ από κατοίκους, και ότι σ' όλες τις περιοχές του νησιού και στις παραλιακές και στα βουνά και στις κοιλάδες, από τα πανάρχαια χρόνια μέχρι σήμερα ζουν οι ίδιοι βασικά άνθρωποι, οι οποίοι βέβαια ανασυντάσσονται, έχοντας τη δύναμη να αφομοιώνουν τους ξένους, που κατά καιρούς, ειρηνικά ή με τη δύναμη των όπλων εγκαθίστανται στο νησί. Επομένως πάντα υπήρχε στο νησί μια οργάνωση σχετική με τους όρους παραγωγής και αναπαραγωγής της ζωής.
Αξίζει να θυμόμαστε κάποιες ονομασίες τόπων που αποτελούν αναμφισβήτητες μαρτυρίες για οικισμούς ή για λατρείες ηρώων ή θεών, που δεν ήταν δυνατόν να υπάρχουν σήμερα, αν κάποτε ερημωνόταν το νησί, αν χάνονταν οι κάτοικοί του και έπαιρναν τη θέση τους άλλοι. Η υψηλότερη κορυφή της Νάξου ονομάζεται Μύτη του Ζα, φέρει δηλαδή το όνομα του πατέρα θεών και ανθρώπων για τους αρχαίους, και ίσως έτσι θα λεγόταν και στην αρχαιότητα, γιατί εκεί πάνω λατρευόταν τότε ο Δίας. Το δείχνει και η επιγραφή σε ακατέργαστο όγκο μαρμάρου στο μονοπάτι που οδηγεί στην κορυφή του βουνού – Ζευς Μηλώσιος – ο προστάτης των προβάτων δηλαδή – επιγραφή που καθορίζει τα όρια του τεμένους του αφιερωμένου στον μεγάλο θεό.
Στο βορειοανατολικό άκρο του νησιού, ένας όρμος ονομάζεται Απόλλωνας και φαίνεται ότι έτσι λεγόταν και στους αρχαίους χρόνους, γιατί κι εκεί βρέθηκε επιγραφή που καθορίζει τα όρια του τεμένους του αφιερωμένου στον θεό του φωτός. Ο Απόλλων συνδέθηκε ιδιαίτερα με τη Νάξο, λατρευόταν ως Τράγος, Ανθοκόμης ή Ποίμνιος.
Στα νοτιοανατολικό υπάρχει ο Πάνερμος, λιμάνι που με το ίδιο άρθρο και σχεδόν με τον ίδιο τύπο, Πάνορμος, αναφέρεται σε αρχαία επιγραφή.
Πρώτοι κάτοικοι της Νάξου θεωρούνται οι Θράκες. Την κατοίκησε πρώτος ο γιος του Βορέα, Βούτης, που θέλοντας να βρει γυναίκες για τους συντρόφους του έφτασε στη Θεσσαλία, όπου κυνήγησε τις Βάκχες κι ανάμεσα σ’ άλλες έκλεψε την Κορωνίδα και την Ιφιμέδεια και τις έφερε στη Νάξο. Σύμφωνα με την παράδοση διακόσια χρόνια κυριάρχησαν οι Θράκες στο νησί. Τους διαδέχθηκαν οι Κάρες. Ήρθαν από τη Μικρά Ασία έχοντας επικεφαλής τον Νάξο, από τον οποίο πήρε το όνομά του το νησί.
Ανασκαφές στην περιοχή Στελίδα έδειξαν ότι στο νησί υπήρχε κατοίκηση περίπου από 200.000 χρόνια πριν από σήμερα. Στους κατοίκους της παλαιολιθικής περιλαμβάνεται και ο τύπος ανθρώπου Νεάντερταλ. Έχουν βρεθεί εκατοντάδες χιλιάδες λίθινα εργαλεία, με υλικό τον τοπικό πυριτόλιθο. Περισσότερα ευρήματα υπάρχουν από τη Νεολιθική εποχή γύρω στην 5η χιλιετία π.Χ., όπως αποδεικνύουν οι ανασκαφές στην περιοχή Γκρόττα, βόρεια πλευρά της πόλης της Νάξου, καθώς και στο σπήλαιο Ζας παρά το χωριό Φιλότι στο ομώνυμο όρος. Σύμφωνα μ' αυτές, ο πρωτοκυκλαδικός πολιτισμός ήταν ήδη ανεπτυγμένος την περίοδο εκείνη, που φαίνεται να ξεκίνησε το 5500 π.Χ. και άνθησε το 3000 π.Χ.
Ο χώρος όπου βρίσκεται ο Ναός του Απόλλωνα συνδέθηκε από τους ξένους με τη λατρεία της Αριάδνης και του θεού Διονύσου και θεωρήθηκε τόπος που γιορτάστηκαν τα πρώτα Διονύσια. Ο μύθος της αρπαγής της Αριάδνηs από τον Διόνυσο στην ακρογιαλιά των Παλατιών ενέπνευσε διακεκριμένους γλύπτες, ζωγράφους και μουσικούς που με τα έργα τους κατέστησαν τη Νάξο γνωστή σε όλο τον κόσμο.
Η Νάξος έπαιξε σημαντικό ρόλο στον κυκλαδικό πολιτισμό. Μεταξύ των σημαντικών αλλαγών που προέκυψαν εκείνη την εποχή ήταν η εξέλιξη της ναυσιπλοΐας (εξ ανάγκης), η κατασκευή και χρήση του χαλκού, η κεραμική και η επεξεργασία μαρμάρων. Στην περιοχή Γρότα στη χώρα της Νάξου, αλλά και σε άλλες τοποθεσίες στο νησί, έχουν βρεθεί πολλά κυκλαδικά ειδώλια, καθώς και άλλα ευρήματα της περιόδου του κυκλαδικού πολιτισμού (σκεύη, εγχάρακτες παραστάσεις), τα οποία εκτίθενται στο Αρχαιολογικό μουσείο Νάξου, στο Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης στην Αθήνα, καθώς επίσης και ένας μικρός αριθμός αυτών στο αρχαιολογικό μουσείο στην Απείρανθο. Το αρχαιολογικό μουσείο της Νάξου διαθέτει τη δεύτερη μεγαλύτερη συλλογή σε κυκλαδικά ευρήματα μετά το αρχαιολογικό μουσείο της Αθήνας.
Η μυκηναϊκή πόλη της Νάξου (περίπου 1300 π.Χ.) κάλυπτε την περιοχή από τη σημερινή πόλη έως τη νησίδα «Παλάτια», και ένα μέρος αυτής ανακαλύφθηκε κάτω από την πλατεία, μπροστά από τον Ορθόδοξο καθεδρικό Ναό, στη Χώρα, εκεί όπου είναι σήμερα ο αρχαιολογικός χώρος Γκρότα. Ακριβώς κάτω από την πλατεία έχει διαμορφωθεί επιτόπιο μουσείο. Το μουσείο έχει γυάλινο δάπεδο με υπερυψωμένους διαδρόμους, οι επισκέπτες διέρχονται πάνω από τα αποκαλυφθέντα ερείπια (τείχος, σπίτια και εργαστήρια) της μυκηναϊκής περιόδου (1400 - 1100 π.Χ.). Μυκηναϊκής εποχής ευρήματα (διακοσμημένα με χρώμα, αγγεία, όπλα, σκεύη, κλπ.) εκτίθενται επίσης στο αρχαιολογικό μουσείο της Νάξου. Αυτή την περίοδο εμφανίζονται και οι οικισμοί στα δυτικά παράλια (Μικρή Βίγλα, Ριζοκαστελιά) και στα ανατολικά (Λυγαρίδια).
Γύρω στον 8ο αιώνα π.Χ. η Δήλος είναι ένα ισχυρό λατρευτικό κέντρο λόγω του ιερού του Απόλλωνα. Συγκεντρώνει επισκέπτες κι αναθήματα από όλα σχεδόν τα μέρη της Ανατολικής Μεσογείου, ενώ παράλληλα φιλοξενεί τις αντιπροσωπείες των ιωνικών πόλεων στην ετήσια σύνοδό τους που γίνεται στο νησί. Από τα μέσα του 8ου αιώνα π.Χ. μέχρι περίπου τον 5ο αιώνα π.Χ. η Νάξος αποκτά τον έλεγχο του ιερού, με αποτέλεσμα να αυξηθεί σημαντικά η πολιτική της δύναμη στο Αιγαίο. Κατά τον 8ο αιώνα π.Χ. ανεγείρεται έξω από την πόλη το ιερό των Υρίων, όπου λατρευόταν ο θεός Διόνυσος. Την ίδια εποχή στον πόλεμο που γίνεται για το Ληλάντιο πεδίο ανάμεσα στη Χαλκίδα και την Ερέτρια, η Νάξος συμμετέχει ενεργά υποστηρίζοντας τη Χαλκίδα, ενώ λίγο αργότερα, βρίσκεται σε πόλεμο με την Πάρο. Το 735 π.Χ. Νάξιοι, μαζί με Χαλκιδείς ιδρύουν την πρώτη ελληνική αποικία στη Σικελία και την ονομάζουν Νάξο. Σε αυτήν την πολεμική σύρραξη σκοτώθηκε πολεμώντας ο Πάριος λυρικός ποιητής Αρχίλοχος. Την εποχή αυτή η Νάξος εποικίζεται από Ίωνες και ξεκινά μια μεγάλη περίοδος ανάπτυξης για το νησί.
Κατά τη διάρκεια των επόμενων χρόνων η Νάξος κατοικήθηκε από τους Ίωνες, που σηματοδότησαν μια ιδιαίτερα σημαντική περίοδο για το νησί, κατά την οποία ξεκινάει και φτάνει στην κορύφωσή της η κλασική περίοδος (7ος-6ος αιώνας π.Χ.), με παράλληλη άνθηση των τεχνών και ειδικά της γλυπτικής και της αρχιτεκτονικής. Κοντά στο 500 π.Χ. γεννήθηκε ο γλύπτης Αλξήνωρ και στο δεύτερο μισό του 4ου αι. π.Χ. ο αρχιτέκτων Λεωνίδης γνωστός από το Λεωνιδαίο στην αρχαία Ολυμπία. Γύρω στο 540 π.Χ. έγινε η επανάσταση του Λύγδαμη με την υποστήριξη των κατοίκων της ενδοχώρας και ανέλαβε την εξουσία ως τύραννος. Η Πορτάρα, η μεγάλη μαρμάρινη πύλη που στέκεται ψηλά στη νησίδα Παλάτια, που σήμερα είναι ενωμένη με τη Χώρα της Νάξου, είναι ότι απέμεινε από τον ναό του Απόλλωνα, που ξεκίνησε να χτίζεται την περίοδο του Λύγδαμη. Το 501 π.Χ. την πολιορκούν επί 4 μήνες οι Πέρσες, χωρίς αποτέλεσμα, αλλά σε νέα προσπάθεια το 490 π.Χ. την κατακτούν και την καταστρέφουν ολοκληρωτικά. Το 480 π.Χ. λαμβάνει μέρος στη ναυμαχία της Σαλαμίνας με 4 τριήρεις, που ενώ στην αρχή ήταν στο μέρος των Περσών, με πρωτοβουλία του νάξιου τριηράρχη Δημόκριτου, τάσσονται στο πλευρό των Ελλήνων, και μάλιστα διακρίνονται βυθίζοντας πέντε εχθρικά πλοία. Μάλιστα ο Ηρόδοτος αναφέρει σχετικά με τη συμμετοχή, ότι «οι Νάξιοι είναι Ίωνες και κατάγονται από την Αθήνα».
Μετά από την τελική ήττα των Περσών από τους Έλληνες, η Νάξος εξαναγκάστηκε να γίνει μέλος της Αθηναϊκής Συμμαχίας, αφού προηγουμένως καταστράφηκε (ό,τι είχε απομείνει από την προηγούμενη καταστροφή) και πυρπολήθηκε από τον αθηναϊκό στόλο (466 π.Χ.), ενώ ο Περικλής εγκαθίδρυσε φρουρά από 500 κληρούχους υπό τον στρατηγό Τολμίδη (453 π.Χ.) προκειμένου να την αφαιμάξει οικονομικά προς όφελος της Αθηναϊκής Δημοκρατίας. Μετά το τέλος της Αθηναϊκής Δημοκρατίας, ύστερα από περίπου ενάμιση αιώνα, η Νάξος υπήρξε έρμαιο των εκάστοτε θαλασσοκρατόρων και ουσιαστικά δεν κατάφερε ποτέ να ανακάμψει και να ξανακερδίσει την παλιά της δόξα και σημασία.
Από την εποχή εκείνη σώζεται το ιερό της Δήμητρας κοντά στο χωριό Σαγκρί, το οποίο έχει εν μέρει αναστηλωθεί. Ο ναός θεωρείται πολύ σημαντικός για την αρχαιολογία, επειδή έχει σωθεί σε καλή κατάσταση και δίνει πολλές πληροφορίες για τον τρόπο κατασκευής και την αρχιτεκτονική των αρχαίων ναών. Ο ναός είναι εξολοκλήρου χτισμένος από λευκό μάρμαρο σε τετράγωνο σχήμα, με κολώνες τόσο στην πρόσοψη, όσο και στον εσωτερικό του χώρο, ενώ από το αρχαίο υλικό του σώζεται μέχρι σήμερα ποσοστό περισσότερο του 50%. Ο δίκλιτος αυτός ιωνικός ναός αποτελεί τον πρόδρομο της κλασικής αττικής αρχιτεκτονικής, η οποία έναν αιώνα μετά έδωσε στην ανθρωπότητα τον Παρθενώνα. Λόγω του ότι η Δήμητρα ήταν θεά της γεωργίας και της γονιμότητας, επιλέχθηκε η συγκεκριμένη τοποθεσία για την οικοδόμηση του ναού σ' αυτήν την εύφορη κοιλάδα του νησιού. Κοντά του έχει ανεγερθεί μουσείο, στο οποίο εκτίθενται ευρήματα από τον ναό που δε χρησιμοποιήθηκαν κατά την αναστήλωση, καθώς και τα ευρήματα από τη μετέπειτα επί του ναού ανεγερθείσα παλαιοχριστιανική Βασιλική. Το μουσείο και ο αρχαιολογικός χώρος έχουν βραβευθεί με το βραβείο Europa Nostra για την ευαίσθητη ανασκαφή, την αναστήλωση και την επιτυχημένη ενσωμάτωσή τους στο φυσικό περιβάλλον.
Από την αρχαιότητα οι αρχαίοι συγγραφείς επαινούσαν τα προϊόντα της Νάξου όπως τον οίνο, τα σύκα, τ΄ αμύγδαλα, τις αίγες και τα ελάφια που υπήρχαν τότε στη νήσο. Συγκεκριμένα, περί του οίνου της Νάξου ιδιαίτερους επαίνους αποδίδουν οι Αρχίλοχος και ο Αθήναιος, άλλοι επίσης συγγραφείς κάνουν λόγο για το μυθικό ποταμό (Βιβλίνου) όπου έρεε οίνος. Πολλά επίσης μυθικά για τη Νάξο γράφουν ο Παυσανίας και ο Διόδωρος Σικελιώτης και κυρίως για τις σχέσεις των αρχαίων Ναξίων με τη Θράκη. Περί της πολιτείας των Ναξίων έγραψε ιδιαίτερα και ο Αριστοτέλης, ενώ ο Πλούταρχος στο έργο του «Γυναικών αρεταί» εξυμνεί ιδιαίτερα τις Ναξιώτισσες για τη φιλοπατρία τους και τις αρετές τους. Τέλος, ακόμη και ερωτικό μυθιστόρημα έγραψε ο Παρθένιος που αναφέρεται στη Νάξο. Η αρχαία πόλη της Νάξου βρισκόταν στη θέση της σημερινής κοντά στην οποία και υπήρχε λαμπρός ναός του Διονύσου. Πολλοί είναι εκείνοι που αποδίδουν σε αυτόν τα σωζόμενα ερείπια επί της νησίδας Παλάτια.
Από τα μέσα του 7ου αιώνα έχουμε αύξηση της πειρατείας από τους Σαρακηνούς (Άραβες πειρατές), που με ορμητήριά τους την Αφρική, Ασία και αργότερα το εμιράτο της Κρήτης, έσπερναν τον τρόμο στα παράλια της Νάξου και των άλλων νησιών του Αιγαίου. Πολλοί κάτοικοι παραθαλάσσιων οικισμών μετακινούνται και εγκαθίστανται στα ενδότερα. Έτσι τη χρονική περίοδο από τον 7ο έως 10ο αιώνα ιδρύονται οικισμοί στα Αργιά, στην κοιλάδα του Δανακού, στην Ποταμιά και την Κόρωνο. Μόνο μετά το 961 μ.Χ., που ο μέγας μάγιστρος (και μετέπειτα αυτοκράτορας) Νικηφόρος Φωκάς κατέλαβε την Κρήτη, και για περίπου 150 χρόνια επικρατεί ειρήνη στο Αιγαίο και σημειώνεται πρόοδος στη Νάξο.
Η Νάξος ανήκε κατά τους βυζαντινούς χρόνους στο Θέμα του Αιγαίου. Στη Νάξο βρίσκονται πολλές βυζαντινές εκκλησίες. Η κοιλάδα της Τραγαίας ονομάζεται και «μικρός Μυστράς» λόγω των πολλών εκκλησιών που είναι σπαρμένες παντού. Υπάρχουν εκκλησίες που χρονολογούνται από τον 7ο έως τον 15ο αι. Πιο γνωστή είναι η Παναγία η Δροσιανή, η οποία διέθετε 3 στρώσεις τοιχογραφιών με την παλαιότερη να ανάγεται στον 7ο αιώνα. Άλλες πολύ σημαντικές εκκλησίες είναι η Παναγία η Πρωτόθρονη στο Χαλκί και ο Άγιος Γεώργιος ο Διασορίτης. Κάποιες από αυτές τις εκκλησίες χτίστηκαν κατά την περίοδο της Εικονομαχίας και φέρουν τοιχογραφίες με «ανεικονικό διάκοσμο», τοιχογραφίες δηλαδή που δεν απεικονίζουν αγίους, αλλά γεωμετρικά σχήματα και φυτά. Τα τελευταία χρόνια οι διάσπαρτες αυτές εκκλησίες είναι ανοικτές τα πρωινά και μπορεί κανείς να τις επισκεφτεί. Εξάλλου, στην ορεινή Νάξο βόρεια του χωριού Δανακός δεσπόζει, σε θέση εποπτείας της ανατολικής Νάξου και των ακτών της, το πυργομονάστηρο του Φωτοδότη Χριστού. Πρόκειται για το παλαιότερο μοναστήρι της Νάξου με αρχική κτίση τον 6ο αιώνα μ.Χ.. Οι τοιχογραφίες και οι επιγραφές του χρονολογούνται στη βυζαντινή εποχή, ενώ οι εκδοχές για την ίδρυσή του είναι πολλές. Ορισμένοι θεωρούν ότι χτίστηκε πάνω σε αρχαίο κάστρο που προϋπήρχε, ενώ αρκετοί υποστηρίζουν ότι το έχτισε ο γιος του Αλέξιου Κομνηνού, τον 12ο μ.Χ. αιώνα.
Από τον 11ο μέχρι και τον 14ο αιώνα Μικρασιάτες άρχισαν να φτάνουν στη Νάξο μετά τη χαμένη μάχη του Ματζικέρτ (1071 μ.Χ.) σε μικρές ή μεγαλύτερες ομάδες.
Το 1207 ο Ενετός Μάρκος Σανούδος, πολιόρκησε και κατέλαβε το βυζαντινό κάστρο τού Απαλίρου, όπου είχε μεταφερθεί η πρωτεύουσα του νησιού, στο οποίο είχαν οχυρωθεί Γενουάτες πειρατές. Κατέκτησε το νησί και στη συνέχεια κυριάρχησε στα περισσότερα νησιά του Αιγαίου, ιδρύοντας το Δουκάτο της Νάξου. Έκτισε τη μεσαιωνική καστροπολιτεία στα ερείπια της παλιάς ακρόπολης και εγκαταστάθηκε εκεί μαζί με Ενετούς ευγενείς κάνοντας τον νέο οικισμό (Χώρα) την πρωτεύουσα του Δουκάτου. Έκτοτε η Χώρα παραμένει ως η πρωτεύουσα του νησιού. Ο Σανούδος εγκατέστησε δικούς του ανθρώπους σε όλο το νησί, διένειμε τη γη του σε αυτούς και οι κάτοικοι του περιορίστηκαν στο να καλλιεργούν τα κτήματα των Ενετών κατακτητών.
Οι Ενετοί θα κυριαρχήσουν στη Νάξο επί τρεισήμισι περίπου αιώνες εγκαθιδρύοντας ένα φεουδαρχικό σύστημα που βασίστηκε στις «Ασσίζες της Ρωμανίας», οι γηγενείς κάτοικοι συνέχισαν μέχρι τα τέλη του 16ου αιώνα να χρησιμοποιούν τον Βυζαντινό νόμο για ιδιωτικές υποθέσεις. Tο διάστημα αυτό η Νάξος θα βρεθεί στο επίκεντρο της ενετοτουρκικής αντιπαράθεσης για την κυριαρχία στο Αιγαίο. Όταν η Δυναστεία των Σελτζούκων κατέλαβε τον 13ο αιώνα την Αττάλεια και την Αλάνια στις νότιες ακτές της Μικράς Ασίας, οι διαφυγόντες κατέφυγαν στη Νάξο. Τον 14ο αιώνα το νησί βρέθηκε έκθετο στις ανατολικές επιδρομές ιδιαίτερα από το Μπεηλίκι του Αϊδίν. Οι Σανούδοι βοήθησαν τη Δημοκρατία της Γένοβας να καταλάβει τη Χίο (1304) και τους Οσπιτάλιους Ιππότες να κατακτήσουν τη Ρόδο - τα δύο νησιά χρησιμοποιούσαν οι Τούρκοι ως ορμητήρια για τις πειρατικές τους επιδρομές. Ακολούθησαν ωστόσο πολλές πειρατικές επιδρομές εναντίον της Νάξου (1324, 1326, 1341) ιδιαίτερα από το Μπεηλίκι του Αϊδίν. Ο Ουμούρ του Αϊδίν έδιωξε 6.000 κατοίκους και ανάγκασε τη Νάξο να του δώσει όρκο υποτέλειας. Με τη Σμυρναίικη Σταυροφορία που ακολούθησε, μετά από δύο χρόνια, μπόρεσαν να καταλάβουν την πρωτεύουσα Σμύρνη ανακουφίζοντας προσωρινά το δουκάτο. Οι Τουρκικές επιδρομές ξεκίνησαν ξανά στα τέλη του αιώνα, ο ιστορικός Κριστόφορο Μπουοντελμόντι έγραψε ότι γύρω στο 1420 δεν υπήρχαν κάν άντρες για να παντρευτούν Ναξιώτισσες. Οι Οθωμανοί επιτέθηκαν ξανά στο νησί (1416) αλλά αναγνώρισαν την Ενετική κυριαρχία στο δουκάτο με αντάλλαγμα όρκο υποτέλειας.
Η έλευση και δραστηριοποίηση, με την ανοχή των Οθωμανών, Γάλλων (κυρίως) ιεραποστόλων θα ενισχύσει περαιτέρω την ήδη ισχυρή, κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας, παρουσία των δυτικών στις Κυκλάδες. Μάρτυρες της λατινικής παρουσίας και κυριαρχίας στη Νάξο θα παραμείνουν τα μνημεία που άφησαν: το Κάστρο της Χώρας και οι διάσπαρτοι σε όλο το νησί πύργοι.
Το 1537 η Νάξος, όπως και τα περισσότερα νησιά του Αιγαίου, κατελήφθη από τον Τούρκο ναύαρχο Χαϊρεντίν Μπαρμπαρόσα. Ο Βενετός δούκας Ιωάννης Δ΄ Κρίσπος παρέδωσε στον Μπαρμπαρόσα τα κλειδιά του κάστρου και δώρα. Οι Τούρκοι αρχικά τον συνέλαβαν και λεηλάτησαν την πόλη και το παλάτι του. Τον ελευθέρωσαν με τον όρο να πληρώνει χαράτσι 5.000 χρυσά φλουριά στον σουλτάνο. Ο δούκας ουσιαστικά έμεινε χωρίς εξουσία, και το μόνο του καθήκον ήταν να συλλέγει τον φόρο. Τον Ιωάννη Κρίσπη διαδέχθηκε ο γιός του Ιάκωβος Δ' ο οποίος παρέμεινε στο λεηλατημένο παλάτι του χωρίς εξουσίες, ενώ στη Νάξο επικρατούσε βία και οικονομική παρακμή. Ο σουλτάνος ανανέωσε τα προνόμια της οικογένειας Κρίσπη με τον όρο να πληρώνει φόρο 162.000 ακτσέδες («άσπρα») ετησίως. Ο Ιάκωβος διατήρησε τη διοίκηση της Νάξου και των γύρω νησιών, όπως και το δικαίωμα απονομής δικαιοσύνης.
Η λατινική κοινωνία της Νάξου είχε βυθιστεί σε πλήρη παρακμή και αποσύνθεση και καταπίεζαν τον ελληνικό πληθυσμό. Έτσι οι Έλληνες ζήτησαν από τον σουλτάνο να διορίσει άλλον διοικητή. Οι Τούρκοι συνέλαβαν και φυλάκισαν τον Ιάκωβο το 1566, οπότε και τυπικά τελείωσε η Ενετοκρατία. Ο σουλτάνος διόρισε διοικητή τον Εβραίο Ιωσήφ Νάζη, ευνοούμενο και σύμβουλό του, στον οποίο δόθηκαν και τα νησιά που άλλοτε αποτελούσαν το Δουκάτο του Αιγαίου με την υποχρέωση να πληρώνει ετησίως 14.000 δουκάτα φόρο και 12.000 δουκάτα για τη δεκάτη του κρασιού. Ο νέος διοικητής δεν εμφανίστηκε καθόλου στα νησιά, αλλά παρέμεινε διοικητής μέχρι τον θάνατό του το 1579. Αντί αυτού ασκούσε τη διοίκηση ο Ισπανός Φραγκίσκος Κορονέλλο.
Το 1569-70 υπήρξε αντίδραση των νησιωτών κατά των Τούρκων, με την άρνηση των πρώτων να πληρώσουν τον φόρο. Μετά τον θάνατο του Νάζη, οι νησιώτες ζήτησαν προνόμια από τον σουλτάνο, τα οποία παραχωρήθηκαν το 1580. Με τον ακτιναμέ αυτόν δόθηκαν στη Νάξο και τις Κυκλάδες διοικητικές, κοινωνικές-αστικές, δικαστικές και θρησκευτικές ελευθερίες. Ο ακτιναμές προέβλεπε φορολογικές ελαφρύνσεις, και απαγόρευε στους Τούρκους εισπράκτορες να επιβάλλουν πρόσθετους φόρους, να χρησιμοποιούν τα μεταφορικά μέσα των νησιωτών και να απαιτούν ζωοτροφές για τα ζώα τους. Στις αστικές ελευθερίες περιλαμβανόταν η ελεύθερη κυκλοφορία κατά τη νύχτα και η διάθεση της περιουσίας με διαθήκη. Σημαντική ήταν η διάταξη που επέτρεπε στους νησιώτες να αναθέτουν την απονομή δικαίου σε ανθρώπους της επιλογής τους σύμφωνα με το τοπικό εθιμικό δίκαιο. Επίσης απαγορευόταν ο βίαιος εξισλαμισμός. Στα νησιά εγκαταστάθηκε ένας «σαντζάκ-μπέης» για τη συλλογή των φόρων και ένας καδή (ιεροδικαστής). Ως διοικητές των νησιών εκλέγονταν χριστιανοί. Ο σαντζάκ-μπέης Οτουράκ (1606-1608) καταπίεζε τους νησιώτες με φορολογικές αυθαιρεσίες γι' αυτό οι κάτοικοι ζήτησαν από τον σουλτάνο να τον αντικαταστήσει. Στα 1616-1621 αναφέρεται ως «δούκας της Νάξου» ο Γάσπαρος Γρατιανός, ο οποίος διοικούσε μέσω αντιπροσώπου. Μετά από αυτόν δεν αναφέρεται σαντζάκ-μπέης.
Το 1628-9 παραχωρήθηκαν στους Ναξιώτες νέα προνόμια και έγινε σημαντικό βήμα προς τη διοικητική ανεξαρτησία των Κυκλάδων. Μεταξύ των άλλων διατάξεων, απαγορεύτηκε ο φόρος του παιδομαζώματος και η αναγκαστική εργασία στα ορυχεία. Νέες παραχωρήσεις έγιναν το 1646. Παρέμεινε η πληρωμή του χαρατσιού, αλλά επαναλαμβάνεται η διάταξη που απαγόρευε το παιδομάζωμα («ούτε ατζεμογλάνι ... να δίνουνε»). Με τα προνόμια αυτά αναπτύχθηκε ο θεσμός της αυτοδιοίκησης στα νησιά του Αιγαίου. Κύριος συνεκτικός δεσμός μεταξύ των Ελλήνων ήταν η Εκκλησία και η Κοινότητα. Οι νησιώτες, συσπειρωμένοι γύρω από την κοινότητα κατόρθωναν να μετριάσουν τις επιπτώσεις της υποτέλειας και να έχουν κάποια πολιτική, εκπαιδευτική και πολιτισμική δραστηριότητα. Αρχές του 17ου αιώνα υπάρχουν στο νησί 119 οικογένειες (367 άτομα) καθολικοί, που κατοικούν κυρίως στο κάστρο και περίπου 4000 ορθόδοξοι που κατοικούν στην πόλη και τα χωριά.
Από τα πρώτα χρόνια της τουρκοκρατίας εμφανίζεται στην περιοχή η μάστιγα της πειρατείας, την οποία δεν μπορούσε να ελέγξει η Οθωμανική αυτοκρατορία. Στους πειρατές, που ήταν μουσουλμάνοι και χριστιανοί, δίνονταν επίσης προνόμια και τίτλοι από τον σουλτάνο, έτσι ώστε στην πράξη υπήρχαν τρεις πόλοι εξουσίας: οι Τούρκοι, οι Λατίνοι και οι πειρατές. Από τις αρχές του 17ου αιώνα, με την παρακμή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και την άνοδο της παρουσίας των Δυτικών δυνάμεων στην Ανατολική Μεσόγειο, οξύνεται το πρόβλημα της πειρατείας, ειδικά με Γάλλους πειρατές. Ειδικά όσα νησιά κατοικούνταν από καθολικούς Έλληνες και ξένους, γίνονταν ασφαλή καταφύγια των πειρατών. Οι πειρατές είχαν στενές σχέσεις με τους Καπουτσίνους και Ιησουίτες μοναχούς, στους οποίους συχνά έδιναν μερίδιο από τη λεία τους. Στους βενετο-τουρκικούς πολέμους οι νησιώτες υπέφεραν από Τούρκους και Ενετούς που αποβιβάζονταν στα νησιά για να εισπράξουν φόρους και να αρπάξουν αγαθά και να στρατολογήσουν ναυτικούς με τη βία. Κάποτε οι νησιώτες πλήρωναν διπλούς φόρους, σε Ενετούς και Τούρκους. Η κατάσταση βελτιώθηκε με την κατάληψη της Κρήτης το 1669, οπότε οι Τούρκοι κατάφεραν να ελέγξουν το Αιγαίο. Όμως οι πειρατικές επιδρομές συνεχίστηκαν. Στις αρχές του 19ου αιώνα εμφανίζονται και Έλληνες πειρατές, Μανιάτες και Κασιώτες.
Στα χρόνια της Επανάστασης κατέφυγαν στη Νάξο Κρητικοί, Κασιώτες και Πελοποννήσιοι, πολλοί των οποίων έγιναν πειρατές λόγω της φτώχειας. Με αφορμή ένα πειρατικό περιστατικό, το 1826 αυστριακός στόλος κατέλαβε τη Νάξο για τρεις ημέρες.
Το Σαντζάκι του Αιγαίου καταργήθηκε το 1621 και η Νάξος οργανώθηκε σε τρία Κοινά (κοινότητες), α)του Κάστρου (όπου διέμεναν απόγονοι Βενετών ευγενών), β)του Μπούργου (όπου διέμενε κυρίως η νεοανερχόμενη τότε αστική τάξη) και γ)το Κοινό των χωριών. Και τον 17ο αιώνα η επικοινωνία της Νάξου, όπως και των άλλων κυκλαδίτικων νησιών, συνέχισε να στρέφεται προς τη Μικρά Ασία και την Κωνσταντινούπολη. Εμπορικά πλοία μετέφεραν από τη Νάξο σμύριδα, γεωργικά και βιοτεχνικά προϊόντα και επέστρεφαν σε αυτήν με τάπητες, υφάσματα, βαμβάκι, κεραμίδια, ξυλεία κ.α. Στο πλαίσιο των εμπορικών ανταλλαγών με τη Μικρά Ασία, σημαντικοί αριθμοί Ναξιωτών συγκεντρώνονται στην Κωνσταντινούπολη, τη Σμύρνη και τα Βουρλά. Συγκεκριμένα, οι Νάξιοι της Σμύρνης έχοντας δημιουργήσει συντεχνίες εργάζονταν ως βαρελάδες (βουτσάδες) και αμπελουργοί, πραγματοποιούσαν δε και πολλές δωρεές στο νησί. Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή το 1922 και την Ανταλλαγή πληθυσμών το 1923-1924, καταφθάνουν στο νησί πολλοί Έλληνες Μικρασιάτες πρόσφυγες οι οποίοι εγκαθίστανται στη Χώρα, στην Κόρωνο κ.α. Οικογένειες Μικρασιατών φιλοξενήθηκαν και στη Μονή Αγίου Ιωάννου Χρυσοστόμου μέχρι να εγκατασταθούν σε μόνιμη στέγη. Οι Μικρασιάτες εμπλούτισαν την τοπική κοινωνία πολιτιστικά και οικονομικά, συμβάλλοντας στην ανάπτυξή της.
Η πόλη του νησιού ονομάζεται Χώρα και υπάρχουν πολλά ορεινά και παραθαλάσσια χωριά. Μερικά από αυτά είναι το Φιλώτι, η Απείρανθος, η Κόρωνος, το Χαλκί, η Βίβλος, ο Άγιος Αρσένιος, η Κωμιακή κ.ά. Ολόκληρο το νησί της Νάξου υπάγεται στον δήμο Νάξου και Μικρών Κυκλάδων, με έδρα τη Νάξο, και χωρίζεται στις Δημοτικές Ενότητες Νάξου (πρώην δήμος Νάξου) και Δρυμαλίας (πρώην δήμος Δρυμαλίας).
1940 | 1951 | 1961 | 1971 | 1981 | 1991 |
---|---|---|---|---|---|
20132 | 18593 | 16703 | 14201 | 14037 | 14838 |
Η Δημοτική Ενότητα Νάξου έχει πληθυσμό 12.726 κατοίκων (απογραφή 2011) και σ' αυτήν περιλαμβάνονται οι:
Η Δημοτική Ενότητα Δρυμαλίας έχει πληθυσμό 5.244 κατοίκων και σ' αυτήν περιλαμβάνονται οι:
Ο κάτοικος της Νάξου ονομάζεται Νάξιος ή Ναξιώτης, Αξιώτης, Αξώτης (και Ναξιώτισσα, Αξιώτισσα, Αξώτισσα αντίστοιχα).
Απέχει από το λιμάνι του Πειραιά 103 ναυτικά μίλια και από το λιμάνι της Ραφήνας 87 ναυτικά μίλια. Το λιμάνι της Νάξου εξυπηρετεί επιβατικά και εμπορικά πλοία. Ακόμα υπάρχει προβλήτα για μικρότερα πλοιάρια καθώς και επιβατικά πλοία ενδοκυκλαδικών πλοίων. Επιβατικά πλοία συνδέουν σε καθημερινή βάση το λιμάνι της Νάξου με αυτό του Πειραιά καθώς και με άλλα νησιά των Κυκλάδων. Ιδιαίτερα τους καλοκαιρινούς μήνες, οι υπάρχουσες υποδομές του λιμένα δεν δείχνουν να επαρκούν. Το 2006 το Συμβούλιο της Επικρατείας ακύρωσε έργο επέκτασης του προβλήτα της αποβάθρας και της εκβάθυνσής του λόγω της ύπαρξης ενάλιων αρχαιοτήτων.
Η ακτογραφία της Νάξου δεν παρουσιάζει κολπώσεις ανεπτυγμένες ούτε ασφαλή φυσικά λιμάνια και γι' αυτό τον λόγο οι κάτοικοι ασχολούνται περισσότερο με γεωργικές και κτηνοτροφικές εργασίες και πολύ λίγο με αλιευτικές. Στο βόρειο και βορειοανατολικό άκρο του νησιού υπάρχει ο ορμίσκος του Απόλλωνα που παρέχει μερική ασφάλεια στα πλοία, κυρίως από νοτιοδυτικούς ανέμους. Στα δυτικά η χερσόνησος Στελίδα σχηματίζει τον όρμο του Αγίου Προκοπίου, στα βόρεια του οποίου βρίσκεται η Χώρα και το κύριο λιμάνι του νησιού. Τα πρώτα λιμενικά έργα ξεκίνησαν το 1919 με την ένωση της νησίδας Παλάτια ή Στρογγύλης ή Βάκχου. Τέλος, στα νότια βρίσκεται ο ορμίσκος Πάνορμος που εξασφαλίζει τα πλοία από βόρειους ανέμους. Γενικά η Νάξος έχει σχήμα ωοειδές και γεωφυσικά διακρίνεται στην ορεινή Νάξο (ανατολική και βόρεια) και στην πεδινή Νάξο (δυτική και νότια).
Τα χωριά και οι οικισμοί Νάξου κατ΄ αλφαβητική σειρά:
Γλύκα μεγάλη είχε το νησί ετούτο, ησυχία πολλή, αγαθά τα πρόσωπα των ανθρώπων ... κι η θάλασσα ήμερη. Νίκος Καζαντζάκης, Αναφορά στον Γκρέκο |
Στο νησί της Νάξου υπάρχουν τα εξής Μουσεία:
Σημαντικότεροι αρχαιολογικοί χώροι επισκέψιμοι στη Νάξο είναι:
Πορτάρα
Τα ερείπια του αρχαϊκού ναού του Απόλλωνα του οποίου σώζεται η τεράστια πύλη, λεγόμενη «Πορτάρα» στη νησίδα «Παλάτια», και οι μαρμάρινες βάσεις - πλαίσιο του Ναού. Από το 1919 συνδέεται με τη νήσο ακριβώς βόρεια του λιμένα Νάξου.
Αρχαία Νάξος
Τα ερείπια μυκηναϊκού οικισμού στη θέση «Γκρότα», βόρεια της πόλης μπροστά στην πλατεία Μητροπόλεως Νάξου.
Ενετικό Κάστρο Νάξου
Επίσης επί του λόφου της Χώρας Νάξου το ενετικό Κάστρο της Νάξου με την παλιά ενετική Εκκλησία και τη Σχολή Ουρσουλινών.
Πύργος Σανούδου
Στον ίδιο χώρο σώζονται απομεινάρια από τον Πύργο του Μάρκου Σανούδου, απέναντι από τη Μητρόπολη των Καθολικών.
Πύργος Κρίσπι
Σώζεται και ο Πύργος των Κρίσπι με τον θυρεό - οικόσημο της οικογένειας.
Ναός Δήμητρας
Αρχαϊκός ναός (περίπου 530 π.Χ.) σημαντικός επειδή είναι από τους πρώτους κατασκευασμένους εξ´ολοκλήρου από μάρμαρο, του οποίου το υλικό σώζεται σε μεγάλο ποσοστό. Για την αναστήλωση και θαυμάσια ανάδειξη το μνημείο κέρδισε το Βραβείο Ευρωπαϊκής Πολιτιστικής Κληρονομιάς/Europa Nastra (2004). Βρίσκεται στην περιοχή Γύρουλας, κοντά στο χωριό Σαγκρί.
Επίσης στο Σαγκρί υπάρχουν πολλά αρχαιολογικά ευρήματα και βυζαντινές εκκλησίες.
Πύργος Μπαζαίου
Σε απόσταση μικρότερη του χιλιομέτρου από το χωριό Σαγκρί, ο πύργος-παλιό μοναστήρι του Τιμίου Σταυρού 17ου αιώνα, αναστηλωμένος από το 2001 παραμένει επισκέψιμος τους καλοκαιρινούς μήνες φιλοξενώντας τις πολιτιστικές εκδηλώσεις του Φεστιβάλ Νάξου (εικαστικά, θέατρο, μουσική, λόγος, κινηματογράφος).
Ενετικοί Πύργοι, Άλλοι
Πολλοί επίσης ενετικοί πύργοι υπάρχουν στο Χαλκί, και στο Φιλώτι όπου και ο Πύργος του Χειμάρρου, οχυρό ελληνιστικής περιόδου.
Στον Απόλλωνα Νάξου υπάρχει το ατελές άγαλμα του Απόλλωνα ή Κούρου, ή κούρος του Διονύσου μήκους 10,70 μ. Δεύτερος ατελής Κούρος μήκους 5,5 μ με σπασμένο δεξί πόδι ύψους 2,5 μ. βρίσκεται επίσης ξαπλωμένος στη θέση Φλεριό (Μέλανες) ενώ ένας τρίτος μήκους περίπου 4,0 μ. βρίσκεται λίγο νοτιότερα στη θέση Φαράγγι σε απομακρυσμένο σημείο που απαιτεί ολιγόλεπτο ανηφορικό περπάτημα.
Ιερό Διονύσου
Στην περιοχή Ύρια, στη θέση Φλεριό υπάρχουν και τα ερείπια αρχαίου ναού, καθώς από τις κοντινές πηγές ξεκινάει το αρχαίο υδραγωγείο που ύδρευε την πόλη της Νάξου κατά την αρχαιότητα. Το έργο της ύδρευσης έγινε με σωλήνες από πηλό και με φυσική ροή. Σε κοντινή απόσταση υπάρχει και διάνοιξη υπόγειας σήραγγας, όπως το Ευπαλίνειο όρυγμα στη Σάμο.
Μεσαιωνικές Οχυρώσεις
Ερείπια μεσαιωνικών φρουρίων που σώζονται είναι το Απανώ Κάστρο, το Κάστρο του Απαλλήλου και το Κάστρο του Πάνορμου.
Ανάκτορο Ιησουϊτών
Το Ανάκτορο των Ιησουϊτών αλλιώς το Παλάτι των Ιησουϊτών βρίσκεται λίγο έξω από τα τελευταία σπίτια του χωριού Μέλανες, στα Καλαμίτσια.
Ναός Υπαπαντής
Είναι η Καθολική Μητρόπολη της Νάξου. Κτίστηκε στις αρχές του 13ου αιώνα, ως τρίκλιτος με θόλο. Το 1536 προστέθηκαν άλλα δύο κλίτη και έγινε πεντάκλιτος με τρεις θόλους. Στον ναό φυλάσσεται η αμφιπρόσωπη εικόνα της Παναγίας της Ελεούσας που χρονολογείται στον 11ο αιώνα και προέρχεται από τη Νικομήδεια της Μικράς Ασίας.
Η Νάξος όπως αναφέρει ο Ηρόδοτος, ξεπερνούσε σε πλούτο όλα τα νησιά (ευδαιμονίη των νήσων προέφερε) και πολλά προϊόντα της ήταν γνωστά στην αρχαιότητα, όπως το μάρμαρο της Νάξου, η σμύριδα (ναξία λίθος), το κρασί (υπήρχε μάλιστα και ποικιλία σταφυλιού «ναξία καλουμένη»), τα αμύγδαλα, τα αιγοπρόβατα και ο κύπερος, ένα αρωματικό φυτό με θεραπευτικές ιδιότητες.
Κατ' αλφαβητική σειρά, τα κυριώτερα τυροκομικά προϊόνται είναι:
Ανθότυρο Το λεγόμενο και θηλυκό τυρί, το ανθότυρο είναι μετασχηματισμένη μυζήθρα που έχει μείνει για φύλαξη περισσότερο από ένα χρόνο. Πρόκειται για προϊόν που εμφανίζεται ελαφρά αλατισμένο στερούμενο λιπαρών.
Γραβιέρα Η γραβιέρα Νάξου Π.Ο.Π. είναι το πιο γνωστό τυρί από τη Νάξο και ένα από τα ελάχιστα ελληνικά τυριά Π.Ο.Π. από αγελαδινό γάλα. Παρασκευάζεται κυρίως από το γάλα ντόπιων αγελάδων. Μπορεί να περιέχει και αιγοπρόβειο γάλα, επίσης τοπικής προέλευσης, μέχρι ποσοστού 20%. Ωριμάζει για 80-90 ημέρες. Γίνεται πλέον μαζική παραγωγή του βιομηχανοποιημένα από την Ένωση Αγροτικών Συνεταιρισμών Νάξου.
Κεφαλοτύρι Το γνωστό και ως αρσενικό παρασκευάζεται από αιγοπρόβειο γάλα, κυρίως από αιγοπρόβατα εκ των ορεινών χωριών, που συλλέγεται συνήθως στις στάνες ή μέσα στους μιτάτους. Το γάλα αυτό, με την προσθήκη πυτιάς βράζεται και δίνει τη λεγόμενη «μανούρα». Στη συνέχεια αυτή τοποθετείται μέσα σε ψάθινα καλαθάκια φτιαγμένα από αποξηραμένα βούρλα, τα λεγόμενα «τσιμίσκια», ώστε να στραγγίξει. Αφού στραγγίξει το περιεχόμενό τους, αφαιρείται από τα τσιμίσκια και τοποθετείται πάνω σε τάβλες σε δροσερό και σκοτεινό μέρος, στις οικίες ή στους μιτάτους για στέγνωμα. Μετά την παρέλευση έξι περίπου μηνών, κατά τη διάρκεια των οποίων υφίσταται συνεχή επιτήρηση, κατά την οποία αλείφεται τακτικά με ελαιόλαδο κλπ., το τυρί είναι έτοιμο προς κατανάλωση με μια ιδιαίτερα χαρακτηριστική, δυνατή γεύση ή διατηρείται για περαιτέρω ωρίμανση ή και παλαίωση οπότε και η γεύση του αλλάζει και γίνεται πιο δυνατή και το τυρί σκληραίνει και αποκτά πιο κίτρινο χρώμα.
Λαδοτύρι Το λαδότυρο είναι το κεφαλοτύρι που μετά την ωρίμανσή του έχει τοποθετηθεί σε ελαιόλαδο για χρονικό διάστημα περισσότερο των τριών μηνών και έτσι αποκτά πιο πικάντικη γεύση.
Μυζήθρα (γλυκειά) Η γλυκειά μυζήθρα παρασκευάζεται και αυτή από κατσικοπρόβειο γάλα. Συγκεκριμένα κατά το αρχικό βράσιμο του γάλακτος αφαιρείται η «μανούρα» (από την οποία όπως αναφέρθηκε παραπάνω παρασκευάζεται το αρσενικό τυρί) και μέσα από το καζάνι συλλέγεται πλέον η γλυκιά μυζήθρα η οποία και αυτή τοποθετείται σε ειδικά δοχεία. Πρόκειται για ιδιαίτερο τυροκομικό ανάλατο προϊόν περισσότερο για διατροφή χωρίς λιπαρά.
Ξινόγαλα Το ξινόγαλα παρασκευάζεται από πλήρες, μη παστεριωμένο κατσικίσιο γάλα με την προσθήκη πυτιάς.
Ξινομμζύθρα Το ξινόγαλο, εάν στη συνέχεια στραγγιστεί, προκύπτει η ξινομυζήθρα. Όπως και το ξινόγαλα, και αυτό το προϊόν δεν έχει υποστεί παστερίωση κατά την παρασκευή του. Ενδεχομένως μπορεί να γίνει προσθήκη ελάχιστης ποσότητας πιπεριού ώστε να γίνει πιο πικάντικη.
Ξινότυρο Το ξινότυρο είναι ο μετασχηματισμός της ξινομυζήθρας μετά από το στέγνωμά της για μερικές εβδομάδες πάνω σε τάβλες. Είναι προϊόν που με την πάροδο του χρόνου λαμβάνει ιδιαίτερη, ελαφρά πικάντικη γεύση.
Το φυσικό τοπίο στη Νάξο έχει πολλές εναλλαγές καθώς τα μεγάλα βουνά διαδέχονται εύφορες πεδιάδες και ρεματιές. Η Νάξος διαθέτει πλούσιο υδροφόρο ορίζοντα που παίζει σημαντικό ρόλο στη γονιμότητα της γης που προσφέρει εξαιρετικά τοπικά προϊόντα όπως πατάτες Νάξου ΠΟΠ, κρεμμύδια, κρασί, ελιές (επιτραπέζιες γνωστές ως ασκούδες), λάδι, ρακί και το τοπικό ποτό κίτρο. Παράγονται ακόμα εσπεριδοειδή και διάφορα γλυκά κουταλιού (σταφύλι, βύσσινο, κεράσι, νεράντζι, περγαμόντο, σύκο, καρυδάκι κ.ά.). Το Λικέρ κίτρου Νάξου είναι σήμα κατατεθέν της πόλης και κυκλοφορεί σκέτο ή σε δύο χρώματα, πράσινο με χλωροφύλλη και κίτρινο με κίτρο. Είναι ένα απόσταγμα, που προέρχεται από τα φύλλα της κιτριάς, η συγκομιδή των οποίων γίνεται από τον Οκτώβριο έως τον Φεβρουάριο, όταν δηλαδή το άρωμά τους είναι πολύ έντονο. Αφού γίνει κατάλληλη επεξεργασία, τοποθετούνται σε παραδοσιακά χάλκινα καζάνια, ώστε να γίνει η απόσταξη.
Στο τέλος του Σεπτεμβρίου αρχίζει η διαδικασία απόσταξης της ρακής, που είναι γνωστή στους κατοίκους της περιοχής ως ρακιτζό. Η παρασκευή της ρακής αποτελεί σημαντικό γεγονός για τους κατοίκους των οικισμών του νησιού που συγκεντρώνονται και χορεύουν υπό τους ήχους ζωντανής παραδοσιακής μουσικής. Εξίσου διάσημο είναι και το μυρωδάτο λικέρ, το κίτρο Νάξου που έχει σαν βάση του, τα φύλλα της κιτριάς.
Στη Νάξο, στα σπλάχνα του βουνού Αμμόμαξη, ανάμεσα στα χωριά Κόρωνος και Απείρανθος βρίσκεται η περιοχή με τα ελάχιστα στον κόσμο και μοναδικά στην Ελλάδα ορυχεία σμύριδας (το κοινώς λεγόμενο «σμυρίγλι»), ενώ γνωστά ήδη από την αρχαιότητα είναι ακόμα τα μάρμαρα και ο γρανίτης που προέρχονται από το νησί.
Μέχρι το 1925 η σμύριδα μεταφερόταν με μουλάρια στο κοντινότερο στα ορυχεία λιμάνι της Μουτσούνας (επίνειο της Απειράνθου), από όπου φορτωνόταν στα πλοία που την παραλάμβαναν, τρόπος ιδιαίτερα κοπιαστικός, χρονοβόρος και δαπανηρός. Το 1925 κατασκευάστηκε ένα μνημειώδες για την εποχή του έργο, ο «Εναέριος σιδηρόδρομος», ένα σύστημα με πυλώνες, συρματόσκοινα και βαγονέτα (τελεφερίκ), με τα οποία μεταφερόταν έκτοτε το ορυκτό, διασχίζοντας τα βουνά από τα τα ορυχεία προς τη Μουτσούνα. Ο εναέριος μείωσε δραστικά τον χρόνο και το κόστος μεταφοράς, αλλά εγκαταλείφθηκε και αυτός το 1978, όταν η διάνοιξη δρόμου έκανε ακόμα συμφερότερη τη μεταφορά με φορτηγά αυτοκίνητα. Σημαντικό πάντως τμήμα του εναέριου διασώζεται ακόμα και ο επισκέπτης μπορεί να το θαυμάσει κατά τη διαδρομή από την Απείρανθο προς τη Μουτσούνα ή πηγαίνοντας προς τον Λιώνα (επίνειο της Κορώνου).
Η σμύριδα, ή αλλιώς το «σμυρίγλι» όπως το λένε οι ντόπιοι, είναι ένα ορυκτό που χρησιμοποιείται ως αποξεστικό και λειαντικό για μέταλλα, γυαλί, ξύλο ή πετρώματα, αλλά και ως αντιολισθητικό υλικό για δάπεδα, δρόμους και πεζοδρόμια. Η ναξιακή σμύριδα υπήρξε ένα από τα σημαντικότερα ελληνικά ορυκτά για μεγάλη περίοδο. Η Νάξος αποτελεί ουσιαστικά τη μοναδική σμυριδοπαραγωγό περιοχή της Ευρώπης, αφού τα συγκεκριμένα ορυχεία είναι τα μεγαλύτερα στον Κόσμο. Το αποκλειστικό δικαίωμα εξόρυξης σμύριδας έχουν οι κάτοικοι των έξι χωριών Απειράνθου, Κορώνου, Δανακού, Κεραμωτής, Σκαδού και Μέσης. Οι άνδρες, άνω των 18 ετών έχουν τη δυνατότητα να εγγραφούν στους καταλόγους των σμυριδεργατών και να εξορύσσουν τη σμύριδα αλλά με την υποχρέωση να την παραδίδουν στο ελληνικό δημόσιο, που είναι ο μοναδικός εκμεταλλευτής.
Η σμύριδα ήταν γνωστή στους αρχαίους Έλληνες ως «λίθος η τας ψήφους οι δακτυλιόγλυφοι σμήχουσι...». Από τα αρχεία της Ιστορικής και Εθνολογικής Εταιρείας διαπιστώνεται ότι από το 1625 η σμύριδα κυκλοφορούσε ως εμπόρευμα, γεγονός το οποίο μαρτυρούν και αρχαιολογικά ευρήματα (σμυριδόλιθοι) από την κεντρική Νάξο.
Καταγραφή σε αύξουσα χρονολογική σειρά:
Στο νησί της Νάξου λειτουργούν 5 Γυμνάσια, 3 Λύκεια και ένα Δημόσιο ΙΕΚ.
Γυμνάσια:
Λύκεια:
Λεπτομερείς ναυτιλιακές πληροφορίες για τη Νάξο παρέχει ο Ελληνικός Πλοηγός 2ος τόμος και ιδιαίτερα ο χάρτης ελληνικής έκδοσης: ΧΕΕ-423/1, που αποτελεί τον λιμενοδείκτη του λιμένα Νάξου, καθώς και ο ΧΕΕ-423 που καλύπτει όλες τις νοτιοανατολικές Κυκλάδες. Στις Εγγαρές, από το σχολικό έτος 2011-2012, ξεκίνησε τη λειτουργία του το Κέντρο Διαφοροδιάγνωσης, Διάγνωσης και Υποστήριξης ΚΕ.Δ.Δ.Υ Νάξου που ανιχνεύει τις Ειδικές Εκπαιδευτικές Ανάγκες μαθητών Α/θμιας και Β/θμιας Εκπαίδευσης.
This article uses material from the Wikipedia Ελληνικά article Νάξος, which is released under the Creative Commons Attribution-ShareAlike 3.0 license ("CC BY-SA 3.0"); additional terms may apply (view authors). Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά. Images, videos and audio are available under their respective licenses.
®Wikipedia is a registered trademark of the Wiki Foundation, Inc. Wiki Ελληνικά (DUHOCTRUNGQUOC.VN) is an independent company and has no affiliation with Wiki Foundation.