Ο Ελίας Ρικάρντο Φιγκερόα Μπραντέρ (ισπανικά : Elías Ricardo Figueroa Brander, γεννήθηκε 25 Οκτωβρίου 1946) είναι Χιλιανός πρώην ποδοσφαιριστής.
Ο κορυφαίος του αθλήματος στην ιστορία της Χιλής, και ένας από τους καλύτερους αμυντικούς όλων των εποχών, ψηφίστηκε 37ος καλύτερος ποδοσφαιριστής του 20ού αιώνα στις εκλογές της IFFHS και πρώτος της χώρας του.
1973 | ||||||||||
Προσωπικές πληροφορίες | ||||||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|
Ημερ. γέννησης | 25 Οκτωβρίου 1946 | |||||||||
Τόπος γέννησης | Βαλπαραΐσο, Χιλή | |||||||||
Ύψος | 1,83 μ. | |||||||||
Θέση | Αμυντικός | |||||||||
Ομάδες νέων | ||||||||||
1962–1964 | Σαντιάγο Γουόντερερς | |||||||||
Επαγγελματική καριέρα* | ||||||||||
Περίοδος | Ομάδα | Συμμ.† | (Γκ.)† | |||||||
1964–1966 | Σαντιάγο Γουόντερερς | 54 | (0) | |||||||
1964 | →Ουνιόν λα Καρέλα | 30 | (0) | |||||||
1967–1972 | Πενιαρόλ | 51 | (0) | |||||||
1972–1976 | ΣΚ Ιντερνασιονάλ | 145 | (8) | |||||||
1977–1980 | Κλαμπ Ντεπορτίβο Παλεστίνο | 118 | (6) | |||||||
1981 | Φορτ Λόντερντεϊλ Στράικερς | 22 | (0) | |||||||
1981–1982 | Κόλο-Κόλο | 18 | (0) | |||||||
Σύνολο | 438 | (14) | ||||||||
Εθνική ομάδα | ||||||||||
Περίοδος | Ομάδα | Συμμ.† | (Γκ.)† | |||||||
1966–1982 | Χιλή | 47 | (2) | |||||||
Τίτλοι
| ||||||||||
* Οι συμμετοχές και τα γκολ στις προηγούμενες ομάδες υπολογίζονται μόνο για τα εγχώρια πρωταθλήματα. † Συμμετοχές (Γκολ). |
Από τη γέννησή του ο Φιγκερόα αντιμέτωπε προβλήματα υγείας (διφθερίτιδα, άσθμα) που δεν του επέτρεψαν να περπατήσει χωρίς πατερίτσες μέχρι την ηλικία των τουλάχιστον έξι χρόνων. Η οικογένειά του μετακόμισε σε άλλη πόλη (Κιλπούε) με πιο υγιεινό κλίμα προκειμένου να βοηθηθεί, κάτι που τελικά έγινε. Η σταδιακή ανάκαμψή του του επέτρεψε να ξεκινήσει παίζοντας ποδόσφαιρο ως τερματοφύλακας και αργότερα ως αμυντικός μέσος.
Ήταν τέτοιο το ταλέντο του έφηβου που κατάφερε να προπονηθεί μια μέρα στην κατηγορία των παίδων και το προπονητικό επιτελείο του είπε να επιστρέψει την επόμενη μέρα για να προπονηθεί με την ομάδα νέων. Με την ομάδα νέων η οποία χρησίμευσε ως προπονητικό αντίπαλος της Βραζιλίας που έχουν αγωνιστεί συμμετείχε στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1962 στη Χιλή. Είχε την τιμή να μαρκάρει τους Πελέ, Γκαρίντσα και Ντίντι σε ηλικία 15 ετών, κάτι που ήδη εκείνη την εποχή προκάλεσε περισσότερα από ένα εγκωμιαστικά σχόλια στους Βραζιλιάνους για τη φυσική του επιβλητικότητα, τα καλά αντανακλαστικά και την ποιότητα του παιχνιδιού του.
Ξεκίνησε την επαγγελματική του πορεία τον Απρίλιο του 1964, όταν σε ηλικία 17 ετών εμφανίστηκε στην πρώτη κατηγορία του επαγγελματικού πρωταθλήματος ποδοσφαίρου της Χιλής, παίζοντας για την πρώτη ομάδα Σαντιάγο Γουόντερερς ως αμυντικός, όπως και καθιερώθηκε.
Οι πετυχημένες εμφανίσεις του τράβηξαν το ενδιαφέρον πολλών ξένων ομάδων και μετά το Πρωτάθλημα της Νότιας Αμερικής (μετέπειτα Κόπα Αμέρικα) στο Μοντεβιδέο το 1967, και μεταγράφηκε στην Πενιαρόλ της Ουρουγουάης αργότερα εκείνο το έτος. Εκείνη την εποχή ήταν η καλύτερη ομάδα στον κόσμο ως νικήτρια του Διηπειρωτικού Κυπέλλου και το πρωτάθλημα της Ουρουγουάης ήταν πολύ δυνατό. Ο Φιγκέροα αγωνίστηκε σε μια ομάδα γεμάτη αστέρες, αλλά αυτός εξελέγη ο καλύτερος παίκτης στο Πρωτάθλημα Ουρουγουάης το 1967, το 1968 και το 1971. Η άμυνα της ομάδας ήταν απροσπέλαστη και με τερματοφύλακα τον κορυφαίο στην ιστορία της Ουρουγουάης Λαδισλάο Μαζουρκιέβιτς πέτυχε το ρεκόρ για τα περισσότερα λεπτά χωρίς να δεχτεί γκολ: 987 (11 αγώνες) το 1968. Πέρασε τα πιο πετυχημένα χρόνια του με την Πενιαρόλ, κερδίζοντας το Πρωτάθλημα Ουρουγουάης το 1967, το 1968 και το 1969. Ήταν ο καλύτερος παίκτης στο πρωτάθλημα της Ουρουγουάης το 1967 και επίσης το 1968 και το 1971. Στο αποχαιρετιστήριό του στα τέλη του 1971, οι φίλαθλοι της ομάδας έκλαιγαν στο αεροδρόμιο.
Το 1972 αποκτήθηκε από τη Βραζιλιάνικη ΣΚ Ιντερνασιονάλ, όπου είχε εξίσου επιτυχημένη πορεία, κερδίζοντας το πρωτάθλημα της Βραζιλίας το 1975 και το 1976. Το ενδιαφέρον της Ρεάλ Μαδρίτης δεν τον απασχόλησε μιας και το βραζιλιάνικο πρωτάθλημα ήταν υψηλού επιπέδου εκείνη την εποχή. Το 1974, ο σύλλογος κέρδισε και τα 18 παιχνίδια τους για να διεκδικήσει τον τίτλο. Ο Φιγκερόα ήταν η κεντρική φιγούρα της ομάδας, και οι οπαδοί του συλλόγου τον θυμούνται για το διάσημο «πεφωτισμένο γκολ» του στη νίκη του συλλόγου απέναντι της Κρουζέιρο στον τελικό του πρωταθλήματος του 1975 στις 14 Δεκεμβρίου. Στο Πόρτο Αλέγκρε η ημέρα είναι εντελώς συννεφιασμένη. Έντεκα λεπτά μετά την έναρξη του δευτέρου ημιχρόνου απέναντι στην Κρουζέιρο, ο μέσος Βαλντομίρο κέρδισε φάουλ. Σε μία εντελώς συννεφιασμένη ημέρα και ενώ το σκορ ήταν στο 0–0, ο ίδιος ο Βαλντομίρο εκτέλεσε το φάουλ, στέλνοντας την μπάλα στην αντίπαλη περιοχή. Ο Φιγκερόα με μία δυνατή κεφαλιά άνοιξε το σκορ. Το παραλήρημα στην εξέδρα, απόλυτο για τον πρώτο τίτλο μετά από 66 χρόνια. Το μυστήριο είναι ότι, όπως έδειξαν τα βίντεο και οι φωτογραφίες αργότερα, τη στιγμή κατά την οποία ο Χιλιανός αμυντικός σηκώνεται στον αέρα και κάνει την κεφαλιά, φωτίζεται μόνο αυτός από μία ισχυρή ακτίνα ηλιακού φωτός, που ερχόταν από τον ουρανό. Εκλέχθηκε ο καλύτερος κεντρικός αμυντικός του πρωταθλήματος της Βραζιλίας κατά τη διάρκεια των ετών 1973, 1974, 1975 και 1976, κερδίζοντας το Bola de Prata, και ψηφίστηκε ο Παίκτης της Χρονιάς του βραζιλιάνικου πρωταθλήματος το 1975 και 1976, κερδίζοντας το Βραβείο Bola de Ouro. Κέρδισε περαιτέρω αναγνώριση όταν διαδέχθηκε τον Πελέ στο να ανακηρυχθεί ο καλύτερος ποδοσφαιριστής της Νότιος Αμερικής της Χρονιάς το 1974, το 1975 και το 1976. Το 1977 ήταν στην τρίτη θέση. Στη Βραζιλία, σε μια ψηφοφορία εμπειρογνωμόνων που διοργάνωσε το περιοδικό Placar το 2001 τον ανέδειξαν ως τον «καλύτερο ξένο ποδοσφαιριστή στο πρωτάθλημα της Βραζιλίας τον 20ό αιώνα».
Μετά την καριέρα του στη Βραζιλία, επέστρεψε στην πατρίδα του το 1977, αγωνιζόμενος την Παλεστίνο, με την οποίο κέρδισε το Πρωτάθλημα της Χιλής το 1977 και το 1978, ανακηρύχθηκε δε ο καλύτερος παίκτης στη Χιλή και στις δύο αυτές αγωνιστικές περιόδους. Όπως πολλοί σημαντικοί ποδοσφαιριστές εκείνη την εποχή προς το τέλος της ποδοσφαιρικής σταδιοδρομίας τους, το 1981 πήγε στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου έπαιξε στο NASL για μικρό χρονικό διάστημα στους Φορτ Λόντερντεϊλ Στράικερς και μετά επέστρεψε στην πατρίδα του κλείνοντας την καριέρα του. Συνολικά συγκέντρωσε 22 τίτλους σε επίσημες διοργανώσεις.
Σε ηλικία 17 ετών κλήθηκε στην εθνική ομάδα νέων της Χιλής, ενώ στα 19 του ήταν στη βασική ενδεκάδα της ομάδας των ανδρών. Με τη Χιλιανή εθνική ομάδα αγωνίστηκε 47 φορές μεταξύ του 1966 και του 1982. Ήταν για χρόνια ο αρχηγός της εθνικής ομάδας, και μάλιστα ήταν αρχηγός και στα τρία Παγκόσμια Κύπελλα που συμμετείχε (1966, 1974, 1982). Ένα από τα καλύτερα παιχνίδια της καριέρας του ήταν απέναντι στη Σοβιετική Ένωση σε αγώνα μπαράζ των προκριματικών για το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1974 στη Δυτική Γερμανία στη Μόσχα, όπου η παρουσία του στην άμυνα ήταν καταλυτική στη διατήρηση έως το τέλος του αγώνα το ισόπαλο 0–0. Οι Σοβιετικοί αρνήθηκαν να αγωνιστούν στο δεύτερο αγώνα στο Σαντιάγκο λόγω της πολιτικής κατάστασης της χώρας και η Χιλή προκρίθηκε. Στην τελική φάση ψηφίστηκε στην καλύτερη ομάδα της διοργάνωσης, παρά την κακή απόδοση της Χιλής. Ήταν επίσης αρχηγός της εθνικής Χιλής όταν κατετάγη δεύτερη το 1979 στο Κόπα Αμέρικα. Έκλεισε την καριέρα του (και εξακολουθεί να θεωρείται) ως ο κορυφαίος Χιλιανός ποδοσφαιριστής όλων των εποχών.
Ο τρόπος παιχνιδιού, οι ηγετικές του ιδιότητες και η πειθαρχία, ήταν τα στοιχεία που τον χαρακτήριζαν και έθεσαν τα πρότυπα για τους αμυντικούς στη Νότια Αμερική απλώς και μόνο με το να είναι μπροστά από την εποχή του. Η ικανότητά του να προβλέπει επιθέσεις ως αμυντικός με την εξαιρετική ανάγνωση του παιχνιδιού ήταν τα σημαντικότερα χαρακτηριστικά του παιχνιδιού του. Ο Φιγκερόα είχε επίσης τη δυνατότητα να ξεκινήσει αντεπιθέσεις από την άμυνα χάρη στην ψυχραιμία του με τη μπάλα, το όραμα και τα καλά του περάσματα. Τα ηγετικά του προσόντα και η ικανότητά του στον αέρα παραμένουν αξέχαστα.Ο ίδιος είχε πει: "Όταν έπαιζα στη Βραζιλία, έκανα πάντα ένα παιχνίδι στο οποίο ο ακραίος μπακ και ο ακραίος επιθετικός κρατούσαν την μπάλα, ενώ εγώ προχωρούσα χωρίς μαρκάρισμα και έκανα μια κεντρική επιθετική διαδρομή". Ο τρόπος παιχνιδιού του συγκρίθηκε συχνά με τον Φραντς Μπεκενμπάουερ, ο οποίος δήλωσε περίφημα: «Είμαι ο Ευρωπαίος Φιγκερόα». Κατά τη διάρκεια της καριέρας ο Φιγκερόα αποβλήθηκε μόνο μια φορά.
Είχε και τη σκοτεινή του πλευρά. Έγινε - ίσως άθελά του - έμβλημα της κυβέρνησης του δικτάτορα Αουγκούστο Πινοσέτ. Τιμήθηκε το 1974 και έκανε σαφή την υποστήριξή του στο δημοψηφίσματα του 1980 και του 1988. Με τον καιρό, οι κοντινοί του άνθρωποι αναγνωρίζουν ότι ήταν λάθος. Και ο Φιγκερόα σύντομα τείνει να ξεκαθαρίσει: "Ήμουν με όλους τους προέδρους της χώρας μου. Αν κάνω κάτι είναι για τον λαό".
Μετά το τέλος της ποδοσφαιρικής σταδιοδρομίας ακολούθησε καριέρα σχολιαστή αγώνων στην πατρίδα του και τη Βραζιλία. Το 2004 επελέγη στη λίστα FIFA 100. Το 2011 η ΚΟΝΜΕΜΠΟΛ τον επέλεξε στην καλύτερη ενδεκάδα στην ιστορία του Κόπα Αμέρικα.
Πενιαρόλ
Ιντερνασιονάλ
Παλαιστίνο
This article uses material from the Wikipedia Ελληνικά article Ελίας Φιγκερόα, which is released under the Creative Commons Attribution-ShareAlike 3.0 license ("CC BY-SA 3.0"); additional terms may apply (view authors). Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά. Images, videos and audio are available under their respective licenses.
®Wikipedia is a registered trademark of the Wiki Foundation, Inc. Wiki Ελληνικά (DUHOCTRUNGQUOC.VN) is an independent company and has no affiliation with Wiki Foundation.