Δόλος στο Δίκαιο ονομάζεται η τέλεση άδικης πράξης με πρόθεση ή τουλάχιστον αποδοχή του κακού που μπορεί να προκληθεί.
Το λήμμα δεν περιέχει πηγές ή αυτές που περιέχει δεν επαρκούν. |
Έχει εφαρμογή και σε όλες τις "πολιτικές" περιπτώσεις (πχ. εμπορικό δίκαιο, δίκαιο πνευματικής ιδιοκτησίας, εργατικό δίκαιο, Αστικό Δίκαιο και άλλους κλάδους Δικαίου) και στο Ποινικό Δίκαιο (που δεν αποτελείται μόνο από τον Ποινικό Κώδικα). Είναι στοιχείο της υποκειμενικής υπόστασης του εγκλήματος ή οποιασδήποτε άλλης άδικης πράξης, που λέγεται αδικοπραξία (που δεν είναι έγκλημα) και από την ύπαρξή του εξαρτάται η καταδίκη και η βαρύτητά της. Στην πράξη, αν πρόκειται για ποινικό αδίκημα, από τον δόλο (ή την αμέλεια, σε αντιδιαστολή) εξαρτάται πόσο καιρό θα μπει κάποιος στη φυλακή, κι αν πρόκειται για οποιαδήποτε άλλη αδικοπραξία, πόσα χρήματα θα καταδικαστεί να πληρώσει ως αποζημίωση. Σημ: όποτε υπάρχει ποινικό αδίκημα υπάρχει και αδικοπραξία, επομένως ο δράστης εγκλήματος θα καταδικαστεί στα ποινικά Δικαστήρια σε φυλάκιση ή κάθειρξη (που σημαίνει φυλάκιση πάνω από 5 χρόνια) και θα καταδικαστεί και στα πολιτικά Δικαστήρια σε αποζημίωση. Η πιο γνωστή μορφή αδικοπραξίας προβλέπεται στο άρθρο 914 του Αστικού Κώδικα.
Ολόκληρο το δίκαιο περιρρέεται από την υποκειμενική υπόσταση που αλλιώς λέγεται "υπαιτιότητα". Δεν υπάρχει ποινικό αδίκημα (κανένα απολύτως) όταν δεν υπάρχει υπαιτιότητα και δεν υπάρχει γενικά αδικοπραξία χωρίς αυτήν, με εξαίρεση πολύ σπάνιες και ελάχιστες διατάξεις όπου η ευθύνη κάποιου προς αποζημίωση είναι η λεγόμενη "αντικειμενική", που είναι αμελητέες. Υπαιτιότητα σημαίνει ότι κάποιος είναι "υπαίτιος", με απλά λόγια "φταίει".
Πριν συνεχίσει η ανάλυση, καλό είναι να αναλύσουμε περισσότερο τι σημαίνει υποκειμενική υπόσταση (δηλαδή υπαιτιότητα), αφού αναφέρεται ήδη στην αρχή. Για να υπάρχει αδίκημα (ποινικό, δηλαδή έγκλημα, ή άλλου είδους αδίκημα που δεν είναι έγκλημα αλλά αδικοπραξία), πρέπει να υπάρχει πάντα 1) η υποκειμενική υπόσταση και 2) η αντικειμενική υπόσταση του αδικήματος. Χωρίς αυτά τα δύο δεν υπάρχει άδικη πράξη. Αντικειμενική υπόσταση είναι τα πραγματικά περιστατικά που θεμελιώνουν την άδικη πράξη. Για παράδειγμα, σε περίπτωση εκβίασης, ο νόμος ορίζει ότι αυτή υπάρχει όταν ζητούνται χρήματα (ή οτιδήποτε άλλο που αποτιμάται σε χρήμα, "περιουσιακό όφελος"), επίσης τα χρήματα αυτά να μην τα δικαιούται αυτός που εκβιάζει (παράνομο όφελος), επίσης για να τα πάρει χρησιμοποιεί βία ή απειλή (στην παραπομπή βλ. απόφαση Αρείου Πάγου, η πρώτη παράγραφος τα γράφει όλα). Αν δεν υπάρχει έστω ένα από τα τρία αυτά (πχ. τα χρήματα τα δικαιούται, ή δεν ζητά χρήματα αλλά οτιδήποτε άλλο, ή δεν απειλεί), δεν υπάρχει εκβίαση. Έτσι, ο λεγόμενος "εκβιασμός" (που δεν συμπίπτει με την "εκβίαση" του ποινικού δικαίου) ότι "αν δεν σταματήσει κάποια γυναίκα να ζητά διαζύγιο ο σύζυγος θα τη σκοτώσει", δεν είναι εκβίαση (είναι μόνο απειλή, που για να υπάρχει πρέπει να προκάλεσε φόβο). Η υποκειμενική υπόσταση, υπαιτιότητα, άδικης πράξης αποτελείται από 1) το λεγόμενο "βουλητικό στοιχείο" που σημαίνει τι ήθελε ή δεν ήθελε ο υπαίτιος, αν το ήθελε καν, αν δεν το ήθελε τι έκανε για να το αποτρέψει, κλπ., και 2) το "γνωστικό στοιχείο" που σημαίνει τι γνώριζε, πχ. "ο πυροβολισμός με όπλο μπορεί να σκοτώσει", "η βόμβα σκοτώνει σίγουρα", "τα χρήματα που ζητώ δεν μου οφείλονται".
Υπάρχουν δύο μόνο κατηγορίες υπαιτιότητας, ο δόλος και η αμέλεια. Η διαφορά μεταξύ τους είναι 1) τι γνώριζε κάποιος (το "γνωστικό στοιχείο", από τη λέξη "γνωρίζω") και 2) τι ήθελε κάποιος ("βουλητικό στοιχείο", από τη λέξη "βούληση" ή "θέληση"), "τι θέλει να κάνει".
Ο δόλος (όπως και η αμέλεια) αποτελείται από αυτά τα δύο στοιχεία, ανεξάρτητα από την άδικη πράξη, το γνωστικό και το βουλητικό που πάντα συνδυάζονται.
Υπάρχουν τρία είδη δόλου. Το γνωστικό στοιχείο είναι σχεδόν ίδιο, είτε κάποιος ξέρει ότι θα συμβεί το κακό, είτε κάποιος ξέρει ότι είναι ενδεχόμενο να γίνει το κακό, και το βουλητικό επίσης σχεδόν ίδιο, κάποιος θέλει να κάνει κακό, ή το αποδέχεται αν συμβεί, δηλαδή "αν γίνει το κακό, δεν τον νοιάζει, ας γίνει". Για εύκολη κατανόηση, θα μιλάμε για εγκλήματα, όπως ανθρωποκτονία, μην ξεχνάμε όμως ότι τα παρακάτω εφαρμόζονται σε όλες τις αδικοπραξίες.
Όταν δεν υπάρχει ενδεχόμενος δόλος, υπάρχει (ενδεχομένως) αμέλεια. Αν ο δράστης γνώριζε ότι με την πράξη του είναι ενδεχόμενο να επέλθει το συγκεκριμένο αποτέλεσμα, αλλά ούτε το ήθελε ούτε πίστευε ότι θα επέλθει (δεν ήλπιζε, το πίστευε) υπάρχει αμέλεια, που στην περίπτωση αυτή λέγεται ενσυνείδητη. Αμέλεια σημαίνει ουσιαστικά "απροσεξία", ο δράστης δεν έδειξε τη δέουσα σύνεση που όφειλε να έχει. Ασυνείδητη αμέλεια υπάρχει όταν κάποιος δεν ήξερε ότι μπορεί να επέλθει το ζημιογόνο αποτέλεσμα, όφειλε όμως να γνωρίζει.
This article uses material from the Wikipedia Ελληνικά article Δόλος, which is released under the Creative Commons Attribution-ShareAlike 3.0 license ("CC BY-SA 3.0"); additional terms may apply (view authors). Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά. Images, videos and audio are available under their respective licenses.
®Wikipedia is a registered trademark of the Wiki Foundation, Inc. Wiki Ελληνικά (DUHOCTRUNGQUOC.VN) is an independent company and has no affiliation with Wiki Foundation.