Ολλανδία
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Ολλανδία | οι | Ολλανδίες |
γενική | της | Ολλανδίας | των | Ολλανδιών |
αιτιατική | την | Ολλανδία | τις | Ολλανδίες |
κλητική | Ολλανδία | Ολλανδίες | ||
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /o.lanˈði.a/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Ολ‐λαν‐δί‐α
Κύριο όνομα επεξεργασία
Ολλανδία θηλυκό
- περιοχή των Κάτω Χωρών, όνομα δυο επαρχιών των Κάτω Χωρών, η Βόρεια Ολλανδία και η Νότια Ολλανδία.
- κράτος της Ευρωπαϊκής Ένωσης της βορειοδυτικής Ευρώπης με πρωτεύουσα το Άμστερνταμ (η έδρα της κυβέρνησης όμως βρίσκεται στη Χάγη), επίσημη γλώσσα τα ολλανδικά και νόμισμα το ευρώ (παλιότερα, το ολλανδικό φιορίνι)
Παράγωγα επεξεργασία
Δείτε επίσης επεξεργασία
- Κάτω Χώρες
- Ολλανδία (περιοχή) στη Βικιπαίδεια
- Ολλανδία (χώρα) στη Βικιπαίδεια
- Ολλανδία στα Βικιταξίδια
- Βέλγιο
Μεταφράσεις επεξεργασία
Η περιοχή Ολλανδία
Η χώρα Ολλανδία
|
🔥 Top keywords: Ειδικό:ΑναζήτησηΒικιλεξικό:Κύρια ΣελίδαΚατηγορία:Νέα ελληνικάΕιδικό:ΠρόσφατεςΑλλαγέςΚατηγορία:Αρχαία ελληνικάβλέπωλέωπηγαίνωγράφωπαίρνωἔχωπολύςΚατηγορία:Ανδρικά επώνυμα (νέα ελληνικά)εἰμίτρώωβρίσκωταξίδικουρμπέτιπαίζωκαθήκονΚατηγορία:Γυναικεία ονόματα (νέα ελληνικά)επείγωναγαπάωείμαιἄγωλύωπόλιςsumόροςσυμβάλλωθάλασσαΚατηγορία:Επίθετα (νέα ελληνικά)χρησιμοποιώτρέχωμνημείομπαίνωἀνήρενδιαφέρωνμιλάωπλένωδίνωπαρώνντουγρούαργυρώνητοςυπάρχωνπίνωπιστεύωτίςβουνόαπώνφεύγωμένωαυτόγραφοοβίδακαταβάλλωεπιβάλλωέχωπαύωγίγνομαιαποστέλλωδιαβάζωλαμβάνωφασαίοςὁράωζητάωταχύςκλείνωμέλλωνποιέωπροβάλλωσειρήναΚατηγορία:Ανδρικά ονόματα (νέα ελληνικά)παῖςΣυζήτηση χρήστη:FocalPointἵστημινόμοςferoεμβολίζωβγαίνω